Χριστούγεννα με τον Μαρξ…
«Χριστούγεννα 1847. Ο Καρλ Μαρξ βάφει κόκκινες τις Βρυξέλλες και γράφει το Κομμουνιστικό Μανιφέστο». 1997, το περιοδικό Bulletin αφιερώνει το εξώφυλλο του χριστουγεννιάτικου τεύχους στον Καρλ Μαρξ (Σ.Ι. Η φωτογραφία του και οι «μαρξιστικές» ευχές για τα Χριστούγεννα τού 2017 δικές μας…) και στα 150 χρόνια (170, φέτος) από τη συγγραφή του Κομμουνιστικού Μανιφέστου. ΤοBulletin είναι και σήμερα σημείο αναφοράς της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας των Βρυξελλών. Νά, λοιπόν, που ασχολούνται με τον Μαρξ ακόμα και όσοι πριν από λίγα χρόνια τον θεωρούσαν απολύτως «ντεμοντέ» και γοητεύονταν από τις θεωρίες του τέλους της ιστορίας. Μας το υπενθύμισε ξεφυλλίζοντάς τον ένας Ιός της Ελευθεροτυπίας της ίδιας χρονιάς:
Στις Βρυξέλλες ο Μαρξ έζησε τρία χρόνια, από τον Φεβρουάριο του 1845 ώς τον Μάρτιο του 1848. Το Βέλγιο είχε συγκροτηθεί σε ανεξάρτητο κράτος πριν λίγα χρόνια, το 1830, μετά την αστική επανάσταση που κατέληξε στο διαχωρισμό του από την Ολλανδία. Στα μέσα της δεκαετίας του 1840 οι Βρυξέλλες έγιναν κέντρο μιας άλλου είδους ενωμένης Ευρώπης, της Ευρώπης των πολιτικών προσφύγων από την Πολωνία, την Ιταλία, τη Γερμανία, τη Γαλλία. Ο 27χρονος Μαρξ φτάνει το 1845 στις Βρυξέλλες μετά την απέλασή του από τη Γαλλία, απέλαση που απαιτήθηκε από την κυβέρνηση της Πρωσίας. Αλλά και στο Βέλγιο ο νεαρός επαναστάτης δεν είναι καλοδεχούμενος. Ο υπουργός Δικαιοσύνης διατάζει την Ασφάλεια να παρακολουθεί στενά τον «επικίνδυνο και κομμουνιστή δημοκράτη συγγραφέα». Για να του δώσουν άδεια παραμονής, οι αρχές απαίτησαν τον Μάρτη του 1845 από τον Μαρξ να βεβαιώσει εγγράφως «στο λόγο της τιμής του ότι δεν θα δημοσιεύσει στο Βέλγιο τίποτα που να αφορά στην τρέχουσα πολιτική κατάσταση». Η κυβέρνηση της Πρωσίας απαιτεί από τις βελγικές αρχές την έκδοσή του και ο Μαρξ αποφασίζει τον Δεκέμβριο του 1845 να αποκηρύξει επισήμως την ιδιότητα του Πρώσου πολίτη.
Με έδρα τις Βρυξέλλες, ο Μαρξ και ο φίλος του Ένγκελς παρακολουθούν και συμμετέχουν σε όλες τις προσπάθειες συντονισμού του εργατικού επαναστατικού κινήματος της Ευρώπης. Όμως ταυτόχρονα στρώνονται στη μελέτη και τη συγγραφική δουλειά. Επί έξι μήνες, στις Βρυξέλλες, ο Μαρξ και ο Ένγκελς συντάσσουν τη «Γερμανική Ιδεολογία». Πρόκειται για την κοινή τους προσπάθεια «να ξεκαθαρίσουν τους λογαριασμούς τους με την προηγούμενη φιλοσοφική τους συνείδηση». Οι πολιτικές συνθήκες δεν επιτρέπουν την έκδοση του βιβλίου. Το κείμενο δημοσιεύθηκε μόλις το 1932, μισό αιώνα μετά το θάνατο του Μαρξ, αλλά οι δυο συνεργάτες δεν είχαν πρόβλημα. «Παρατήσαμε πολύ πρόθυμα το χειρόγραφο στην τρωκτική κριτική των ποντικών, μια και είχαμε πια πετύχει τον κύριο σκοπό μας, τον αυτοπροσδιορισμό μας», θα γράψει το 1859 ο Μαρξ, δίνοντας έτσι μια γλαφυρή και προκαταβολική απάντηση σε όσους φρόντισαν, μετά το θάνατό του, στο όνομα του «μαρξισμού» να αγιοποιήσουν επιλεκτικά κάποια κείμενα ή διατυπώσεις του. Καλύτερη τύχη είχε η «Αθλιότητα της Φιλοσοφίας», η κριτική στον ουτοπιστή αναρχικό Προυντόν. Το βιβλίο του Μαρξ κυκλοφόρησε το 1847 ταυτόχρονα στις Βρυξέλλες και στο Παρίσι και περιέχει τα πρώτα στίγματα της θεωρίας του που άρχισε πλέον να ολοκληρώνεται.
Για να ανταποκριθούν στα βαριά τους καθήκοντα, ο Μαρξ και ο Ένγκελς δουλεύουν μέρα νύχτα. «Όταν ενημέρωσα τη σύζυγό μου για το πολύ φιλοσοφικό σύστημα που ακολουθείτε στις μελέτες σας, σύμφωνα με το οποίο εργάζεστε μέχρι τις 3 ή 4 το πρωί», έγραφε ο σοσιαλιστής Χάρνι στον Ένγκελς, «εκείνη μου δήλωσε ότι αυτό το σύστημα θα το άλλαζε αν ερχόταν στις Βρυξέλλες. Θα οργάνωνε ένα προνουντσιαμέντο με τις συζύγους σας. Η γυναίκα μου δεν έχει αντίρρηση να οργανώνουμε επαναστάσεις, υπό τον όρο να το κάνουμε δουλεύοντας με μειωμένο ωράριο».
Τον Νοέμβρη του 1847 ο Μαρξ και ο Ένγκελς παίρνουν μέρος στο Λονδίνο στο συνέδριο της μυστικής «Ενωσης των Κομμουνιστών». Οι ιδέες τους επικρατούν και τους ανατίθεται το έργο να συντάξουν το θεωρητικό και πολιτικό πρόγραμμα της Ένωσης. Ο Ένγκελς συντάσσει ένα προσχέδιο με τίτλο «Οι αρχές του Κομμουνισμού» και στέλνει στον Μαρξ τις τελευταίες του αυτοκριτικές παρατηρήσεις: «Μελέτησε λίγο την Ομολογία Πίστεως. Θαρρώ πως είναι προτιμότερο να εγκαταλείψουμε τη μορφή κατήχησης και να τιτλοφορήσουμε το φυλλάδιο αυτό Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Άλλωστε μια και πρέπει λίγο ως πολύ να αναφερθούμε και στην ιστορία, η τωρινή μορφή του δεν προσφέρεται καθόλου. Θα φέρω μαζί μου το σχέδιο που έχω κάμει εδώ. Έχει απλή αφηγηματική μορφή, αλλά καθώς γράφτηκε υπερβολικά βιαστικά είναι άθλια συνταγμένο.» (Μαρξ-Ένγκελς, Αλληλογραφία, 1837-1848, μετάφραση Γιάννης Ηλ. Χάρης, Εκδόσεις Ολκός, Αθήνα 1975).
Χριστούγεννα με το Κομμουνιστικό Μανιφέστο!
Η τελική μορφή συντάσσεται από τον Μαρξ τις μέρες των Χριστουγέννων του 1847. Τρεις μήνες μετά τον θάνατο του Μαρξ, τον Ιούνιο του 1883, ο Ένγκελς συνόψιζε με μια μικρή δήλωση το περιεχόμενου του Μανιφέστου και απέδιδε εξολοκλήρου στον Μαρξ την πατρότητα της κεντρικής ιδέας. «Η βασική ιδέα που κυριαρχεί στο Μανιφέστο είναι η ιδέα ότι η οικονομική παραγωγή και η κοινωνική διάρθρωση κάθε ιστορικής εποχής που προέρχεται απ’ αυτήν, αναγκαστικά αποτελούν τη βάση για την πολιτική και πνευματική ιστορία αυτής της εποχής, ότι σύμφωνα μ’ αυτά (από τον καιρό της διάλυσης της παμπάλαιας κοινής ιδιοκτησίας της γης) όλη η ιστορία ήταν ιστορία ταξικών αγώνων ανάμεσα σε τάξεις εκμεταλλευόμενες και τάξεις εκμεταλλεύτριες, ανάμεσα σε τάξεις υποτελείς και τάξεις κυρίαρχες, στις διάφορες βαθμίδες της κοινωνικής εξέλιξης, ότι όμως ο αγώνας αυτός έχει φτάσει τώρα μια βαθμίδα όπου η εκμεταλλευόμενη και καταπιεζόμενη τάξη (το προλεταριάτο) δε μπορεί πια ν’ απελευθερωθεί από την τάξη που την εκμεταλλεύεται και την καταπιέζει (από την αστική τάξη), χωρίς να απελευθερώσει σύγχρονα και για πάντα ολόκληρη την κοινωνία από την εκμετάλλευση, την καταπίεση και τους ταξικούς αγώνες. Αυτή η βασική ιδέα ανήκει αποκλειστικά στον Μαρξ» (Εκδόσεις Ηριδανός, Αθήνα 1974).
Μια μόλις εβδομάδα μετά την έκδοση του Μανιφέστου στο Λονδίνο, το βράδυ της 3ης Μαρτίου 1948, η βελγική αστυνομία κάνει επιδρομή στο σπίτι του. Ο Μάρξ είναι πλέον ανεπιθύμητος. Θεωρείται υποκινητής της επανάστασης που είχε ξεσπάσει το Φεβρουάριο στη Γαλλία. Να πώς περιγράφει το επεισόδιο ο Βέλγος βουλευτής Ζαν Ζοζέφ Μπρικούρ, στη σχετική συζήτηση στο κοινοβούλιο των Βρυξελλών στις 18.3.1848: «Κατά τη διάρκεια της νύχτας, στη μία και τέταρτο περίπου, εννέα ή δέκα άτομα, οπλισμένα, με στολή της δημοτικής αστυνομίας των Βρυξελλών, εισβάλλουν στο ξενοδοχείο ‘Bois-Sauvage’, χωρίς να τηρήσουν τις σχετικές διαδικασίες του νόμου και απαιτούν να εξετάσουν τα χαρτιά του κυρίου Μαρξ. Παρά το ότι ο κύριος Μαρξ φέρθηκε κατά τρόπο νομικά άμεμπτο, τα οπλισμένα άτομα που είχαν εισβάλει τον άρπαξαν και τον πήραν μαζί τους. Η κυρία Μαρξ φτάνει στο αστυνομικό τμήμα του Petit Sablon. Εκεί δεν της επιτρέπουν να πει κουβέντα. Με σκαιό τρόπο ζητούν τα χαρτιά της. Σ’ αυτό το σημείο η κυρία λοιδορούμενη οδηγείται στο Δημαρχείο. Μόλις φτάνει, υποβάλλεται σε νέες ανακρίσεις, κατά τις οποίες τη μεταχειρίζονται με βάναυσο τρόπο. Υστερα τη ρίχνουν σ’ ένα κελί μαζί με κοινές γυναίκες που είχαν συλληφθεί εκείνη τη νύχτα. Για ένα διάστημα μένει στο κελί λιπόθυμη. Αυτός ο απεχθής βασανισμός κρατάει μέχρι τις επτά το πρωί. Μόνο τότε ο σύζυγός της κατορθώνει, πληρώνοντας ένα ποσό, να τη μεταφέρει σε άλλο κελί. Επιτέλους οδηγείται στον ανακριτή, κύριο Μπέργκμανς, που της ανακοινώνει ότι συνελήφθη για αλητεία. Ηταν υποχρεωμένη να εγκαταλείψει τη χώρα την ίδια μέρα.» (Καρλ Μαρξ, Βιογραφία Εικονογραφημένη, μετάφραση Γιάννη Βούλγαρη, Θεμέλιο, 1985).
Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο μεταφράστηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά από τον ποιητή Κώστα Χατζόπουλο το 1909 και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εργάτης» του Βόλου. Το 1913 πρωτοκυκλοφόρησε η ίδια μετάφραση σε μπροσούρα του «Σοσιαλιστικού Κέντρου Αθηνών». Το 1919 δημοσιεύτηκε η μετάφραση του Α. Δούμα με πρόλογο του Αρ. Σίδερη. Το 1927 ακολούθησε η μετάφραση του Γιάννη Κορδάτου από το Εκδοτικό του ΚΚΕ. Το 1933, με απόφαση του Πολιτικού Γραφείου βγήκε νέα μετάφραση, ανώνυμη. Μεταφραστής, κατά τη μαρτυρία του Κορδάτου ήταν ο Ιορδάνης Ιορδανίδης. Το 1945 κυκλοφόρησε από τον Αργύρη Παπαζήση η μετάφραση του Κορδάτου αναθεωρημένη. Το 1948 δημοσιεύτηκε από το ΚΚΕ νέα μετάφραση, του Μιλτιάδη Πορφυρογένη. Το 1963 αποπειράθηκαν νέα μετάφραση ο Βασίλης Ρώτας και η Βούλα Δαμιανάκου. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε από τον Αλέκο Παπακώστα πολυτελής έκδοση του Μανιφέστου, με εισαγωγές και παραρτήματα. Μέχρι σήμερα κυκλοφόρησαν και άλλες εκδόσεις, με ανώνυμους μεταφραστές, ανατυπώσεις των παλιών μεταφράσεων κλπ. Ύστερα από όλη αυτή τη λαμπρή καριέρα, αν αναζητήσει κανείς σήμερα το Μανιφέστο στα ελληνικά βιβλιοπωλεία θα πρέπει να αρκεστεί στην «ταπεινή» έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής» που κυκλοφόρησε το 1994 σε 72 σελίδες, χωρίς να αναφέρεται μεταφραστής. Οποιος ενδιαφέρεται για κάτι περισσότερο, πρέπει να στραφεί στα παλαιοβιβλιοπωλεία.
_________
Frohe Weihnachten! Kameraden… Καλά Χριστούγεννα! σύντροφοι και συντρόφισσες του ιστολoγίου… ΤΡΙΠΟΛΙΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου