~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
................ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2018.................Σελίδες προβληματισμού -πολιτών της Ανατολικής Αττικής- για κοινωνικές ανατροπές
......ΟΧΙ στα μνημόνια... στηρίζουμε μια Αριστερή λύση... Περιμένουμε και τους δικούς σας προβληματισμούς για την πολιτική κατάσταση
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

!!

Σκέφτομαι πως αυτά τα τρία συστατικά πρέπει νά 'χει η ζωή: το μεγάλο, το ωραίο και το συγκλονιστικό. Το μεγάλο είναι να βρίσκεσαι μέσα στην πάλη για μια καλύτερη ζωή. Όποιος δεν το κάνει αυτό, σέρνεται πίσω απ' τη ζωή. Το ωραίο είναι κάθε τι που στολίζει τη ζωή. Η μουσική, τα λουλούδια, η ποίηση. Το συγκλονιστικό είναι η αγάπη. Νίκος Μπελογγιάνης

Ανατροπή του καπιταλισμού και όχι διαχείριση...

"η χώρα δεν έχει ανάγκη από μια συμφωνία γενικά. έχει ανάγκη από μια έξοδο από τα αδιέξοδα των μνημονίων, από μια σύνθετη πολιτική διεξόδου και αναγέννησης σε όλους τους τομείς, παραγωγικής και πνευματικής – κοινωνικής, εθνικής ανασυγκρότησης, που δεν μπορεί να γίνει μέσα από τα νεοφιλελεύθερα δόγματα και τους όρκους πίστης στις συνθήκες της ε.ε., χωρίς έναν σταθερό προσανατολισμό για μια νέα θέση της χώρας στον γεωπολιτικό άξονα. [ο δρόμος της αριστεράς]

Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013

193 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΕΝΓΚΕΛΣ (28/11/1820)


engels

ΜΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΣΚΙΑΓΡΑΦΗΣΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΦΡ. ΕΝΓΚΕΛΣ
AΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΡΓΟ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΦΟΪΕΡΜΠΑΧ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΚΛΑΣΙΚΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ
Σαν σήμερα στις 28/11/1820 έρχεται στην ζωή μια κορυφαία μορφή του παγκόσμιου επαναστατικού εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος. Ο Φρίντριχ Ένγκελ. Μαζί με τον Κ. Μαρξ θεμελίωσε την κοσμοθεωρία του Διαλεκτικού και Ιστορικού Υλισμού, τον επιστημονικό σοσιαλισμό.
Ο Ενγκελς απέδειξε ότι κάθε φιλοσοφία –υλισμός, ιδεαλισμός- έχει ταξικό χαρακτήρα γιατί υπερασπίζεται συμφέροντα καθορισμένων κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων, προσδιορίζοντας ότι το βασικό πρόβλημα κάθε φιλοσοφίας είναι η σχέση μεταξύ του «είναι» (φύσης - ύπαρξης) και της νόησης (συνείδησης - πνεύματος - ιδέας).
Ο Ενγκελς συνδύασε τη θεωρητική δραστηριότητα με την επαναστατική πάλη του προλεταριάτου, πάλεψε για την οργάνωση και την ενότητα του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος.
Ο πατέρας του ήταν εργοστασιάρχης υφαντουργίας. Το γεγονός αυτό οδήγησε την κόρη του Μαρξ, Ελεονόρα Μαρξ - Έβελινγκ, να παρατηρήσει πολύ εύστοχα ότι «ποτέ δε γεννήθηκε σε τέτοιου είδους οικογένεια γιος που να ξεστρατίσει τόσο» («Στρατηγός, Αναμνήσεις για τον Ένγκελς», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»).
Ο Ένγκελς φοίτησε στο κολέγιο της Βάδης και έπειτα στο λύκειο της Έλμπερφελντ, αλλά δεν αποφοίτησε. Άφησε την τελευταία τάξη, αν και ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο, αφού ο πατέρας του είχε διαφορετική γνώμη. Τον ήθελε να ασχοληθεί με τις επιχειρήσεις της οικογένειας. Υποχρεώθηκε έτσι να εγκαταλείψει τις σπουδές και να δουλέψει για ένα χρόνο περίπου στο γραφείο του πατέρα του και στη συνέχεια στη Βρέμη, από τα 1838 έως τα 1841 σ' ένα μεγάλο εμπορικό οίκο. ΣτηΒρέμη συνδέεται με έναν όμιλο ριζοσπαστών διανοουμένων, τη «Νέα Γερμανία», και συνεργάστηκε στο «Γερμανικό Τηλέγραφο». Έτσι άρχισε να διαβάζει τη γερμανική Φιλοσοφία και ιδιαίτερα τα έργα του Χέγκελ.
Την άνοιξη του 1841, ο Ένγκελς έφυγε από τη Βρέμη για το Βερολίνο, όπου υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία και στον ελεύθερο χρόνο του παρακολουθούσε μαθήματα στο πανεπιστήμιο της πόλης, με αποτέλεσμα να προσχωρήσει στο ρεύμα των νεοχεγκελιανών, το ρεύμα, δηλαδή, των οπαδών του Χέγκελ, που προσπαθούσαν από τη φιλοσοφία του να βγάλουν επαναστατικά και αθεϊστικά συμπεράσματα. Από το Μάρτη έως το Δεκέμβρη του 1842, υπήρξε συνεργάτης της «Εφημερίδας του Ρήνου», διευθυντής της οποίας, τον Οκτώβρη του ίδιου έτους, έγινε ο Μαρξ. Ένα μήνα μετά, στα τέλη του Νοέμβρη, οι δύο άνδρες συναντήθηκαν στα γραφεία της εφημερίδας στην Κολωνία, αλλά εκείνη η συνάντηση δεν έμελλε να είναι αυτή που σημάδεψε τη ζωή τους.
Το Μάρτη του 1842, ο Ένγκελς δημοσίευσε την μπροσούρα «Ο Σέλιγκ και η αποκάλυψη», όπου υποβάλλει σε μια ολόπλευρη κριτική τις αντιδραστικές, μυστικιστικές αντιλήψεις του ιδεαλιστή φιλοσόφου Σέλιγκ. Μετά τη στρατιωτική του θητεία, ο Ένγκελς πήγε στην Αγγλία, στο Μάντσεστερ. Εκεί έρχεται σε επαφή με το εργατικό κίνημα της εποχής και τις σοσιαλιστικές ιδέες, όπως εκφράζονταν από το κίνημα των χαρτιστών και τον ουτοπικό σοσιαλισμό του Ρόμπερτ Όουεν. Στην Αγγλία, λόγω των αντικειμενικών συνθηκών (βιομηχανική επανάσταση, πλήρης ανάπτυξη του καπιταλισμού), μελετά την κατάσταση της εργατικής τάξης της Αγγλίας.
Το 1844, ο Ένγκελς δημοσίευσε, στα «Γαλλογερμανικά Χρονικά» που διηύθυνε ο Μαρξ και έβγαιναν στο Παρίσι, μια «Κριτική μελέτη πάνω στην Πολιτική Οικονομία». Ο Μαρξ χαρακτήρισε αυτό το άρθρο σαν αριστοτεχνική σκιαγράφηση μιας νέας Πολιτικής Οικονομίας. Στα τέλη Αυγούστου του 1844, ο Ένγκελς έφυγε από το Μάντσεστερ και γύρισε στη Γερμανία, περνώντας από το Παρίσι, όπου και συνάντησε τον Μαρξ. Από δω, άρχισε η φιλία των δύο μεγάλων ηγετών του προλεταριάτου, φιλία για την οποία ο Λένιν είπε ότι ξεπερνάει «όλους τους θρύλους, και τους πιο συγκινητικούς θρύλους των αρχαίων, τους σχετικούς με τη φιλία των ανθρώπων» (Λένιν: «Καρλ Μαρξ - Φρίντριχ Ένγκελς»). Στο Παρίσι, ο Μαρξ και ο Ένγκελς έγραψαν μαζί το έργο «Η Αγία Οικογένεια», που καταφερόταν ενάντια στους Νεοχεγκελιανούς και που βάζει τα θεμέλια της επαναστατικής υλιστικής αντίληψης για την ιστορία και την προοπτική του σοσιαλισμού.
Το 1845, ο Ένγκελς γυρίζει στη Γερμανία και δημοσιεύει το σπουδαίο έργο του «Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία», αποτέλεσμα των εκεί ερευνών και μελετών του. Σ' αυτό το έργο, σύμφωνα με τον Λένιν, «ο Ένγκελς απέδειξε πρώτος ότι το προλεταριάτο δεν είναι μόνον η τάξη που υποφέρει», αλλά και ότι «το προλεταριάτο, στους αγώνες του, θα βοηθήσει μόνο του τον εαυτό του» (Λένιν: «Καρλ Μαρξ - Φρίντριχ Ένγκελς»).
Την άνοιξη του 1845, ο Ένγκελς εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες, όπου κατοικούσε τότε ο Μαρξ. Έγραψαν μαζί τη «Γερμανική Ιδεολογία», ασκώντας κριτική στη φιλοσοφία του Φόυερμπαχ, στις απόψεις των νεοχεγκελιανών και τον «αληθινό σοσιαλισμό», αντιδραστικό ιδεολογικό ρεύμα στη Γερμανία, σύμφωνα με το οποίο δε χρειαζόταν η ανάπτυξη της ταξικής πάλης της εργατικής τάξης, υποχρεώνοντάς την έτσι στο συμβιβασμό.
Από το 1845 έως το 1847, ο Ένγκελς έζησε ανάμεσα στις Βρυξέλλες και στο Παρίσι, συνεχίζοντας τις επιστημονικές του μελέτες και την πρακτική του δράση μέσα στους εργάτες.
Όπως και ο Μαρξ, ήρθε κι αυτός σ' επαφή με την οργάνωση «Ένωση Κομμουνιστών», η οποία ήταν περισσότερο συνδικαλιστική παρά πολιτική. Με τον Μαρξ συνεργάζονται δραστήρια για την προετοιμασία του Β' Συνεδρίου της οργάνωσης, με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε καθαρά πολιτικό κόμμα, στα 1847. Η σημαντικότερη συμβολή τους ήταν η επεξεργασία του πρώτου στην ιστορία Προγράμματος προλεταριακού κόμματος, που έμεινε στην ιστορία ως «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος». Ο Ένγκελς έγραψε τις «Βάσεις του Κομμουνισμού», που ήταν ένα προσχέδιο του προγράμματος της «Ένωσης Κομμουνιστών».
Όταν ξέσπασε στη Γαλλία η επανάσταση του 1848, ο Ένγκελς ακολουθεί στο Παρίσι τον Μαρξ, που τον είχαν εξορίσει από τις Βρυξέλλες. Στις αρχές του Απρίλη του 1848, άρχισε η επανάσταση στη Γερμανία. Ο Ένγκελς μαζί με τον Μαρξ φεύγουν από το Παρίσι για την Κολωνία, όπου αναλαμβάνουν τη διεύθυνση της «Νέας Εφημερίδας του Ρήνου» και αρχίζουν μια σπουδαία επαναστατική δράση. Εκεί εκδίδεται ένταλμα συλλήψεως εναντίον των συντακτών της «Νέας Εφημερίδας του Ρήνου» και ο Ένγκελς φεύγει για τις Βρυξέλλες, όπου τον συλλαμβάνουν, τον ρίχνουν στη φυλακή και αργότερα τον εξορίζουν. Τον Οκτώβρη φτάνει στο Παρίσι και από κει καταφεύγει στην Ελβετία και μόνο το Γενάρη του 1849 επιστρέφει στην Κολωνία. Ύστερα από λίγο, αυτός και ο Μαρξ παραπέμπονται στη Δικαιοσύνη με την κατηγορία της «προσβολής κατά του καθεστώτος». Κατά τη δίκη, οι κατηγορούμενοι γίνονται κατήγοροι και το δικαστήριο αναγκάζεται να τους απαλλάξει. Ο Ένγκελς παίρνει μέρος στην ένοπλη λαϊκή εξέγερση και, όταν αυτή καταστέλλεται, περνάει στο ελβετικό έδαφος με τις τελευταίες επαναστατικές μονάδες. Έτσι, μετά από πρόσκληση του Μαρξ, πηγαίνει στο Λονδίνο.
Ο Ένγκελς γενικεύει την πείρα της επαναστατικής περιόδου του 1848-1849 στη Γερμανία σε δύο έργα του, «Ο πόλεμος των χωρικών στη Γερμανία», που δημοσιεύτηκε το 1850, και «Επανάσταση και Αντεπανάσταση στη Γερμανία» (1851-1852), που γράφτηκε σε συνεργασία με τον Μαρξ. Σ' αυτό το έργο του, ο Ένγκελς στρέφει την προσοχή του στη μελέτη των ζητημάτων της ένοπλης εξέγερσης.
Το Νοέμβρη του 1850 εγκαθίσταται στο Μάντσεστερ, όπου εργάζεται σαν περιοδεύων αντιπρόσωπος ενός εμπορικού οίκου, στον οποίο έγινε αργότερα συνεταίρος. Ασχολείται και πάλι μ' αυτό το «καταραμένο εμπόριο», για να μπορεί να βοηθάει οικονομικά τον Μαρξ. Στο διάστημα της παραμονής του στο Μάντσεστερ, ο Ένγκελς έγραψε πολλά, σχετικά με στρατιωτικά θέματα, για τα οποία έδειχνε ζωηρό ενδιαφέρον. Ο Λένιν θεωρούσε τον Ένγκελς σαν ένα μεγάλο εμπειρογνώμονα στα στρατιωτικά ζητήματα. Δεν είναι τυχαίο ότι του έδωσαν το προσωνύμιο «Στρατηγός».
Μέσα στους κόλπους της Α' Διεθνούς, ο Ένγκελς και ο Μαρξ αγωνίζονται ενάντια στους προυντονιστές, στους μπακουνιστές και τους άλλους εχθρούς της Διεθνούς. Το φθινόπωρο του 1870, ο Ένγκελς εγκαθίσταται στο Λονδίνο, όπου εκλέγεται μέλος του Γενικού Συμβουλίου της Α' Διεθνούς. Μετά τη διάλυση της Α' Διεθνούς, ο Μαρξ και ο Ένγκελς εξακολουθούν να παρακολουθούν και να συμμετέχουν δραστήρια στο εργατικό κίνημα, με πρωταρχικό ζήτημα την πάλη ενάντια στα οπορτουνιστικά ρεύματα μέσα στο εργατικό κίνημα, όπου διεξάγεται οξύτατη διαπάλη.
Αυτήν ακριβώς την εποχή, ο Ένγκελς έγραψε τα άρθρα ενάντια στον Ντύρινγκ, που αργότερα, δηλαδή το 1877-1878, συγκεντρώθηκαν και δημοσιεύτηκαν σε βιβλίο με τον τίτλο «Αντι-Ντύρινγκ». Σ' αυτό το έργο, ο Ένγκελς αναλύει τα πιο σημαντικά προβλήματα της Φιλοσοφίας, των Φυσικών και των Κοινωνικών Επιστημών. Είναι μια συντομογραφία του μαρξισμού με τα τρία συστατικά του μέρη, Φιλοσοφία, Πολιτική Οικονομία, Επιστημονικός Κομμουνισμός. Ταυτόχρονα, ο Ένγκελς ασχολείται με τη μελέτη των Φυσικών Επιστημών και των Μαθηματικών. Τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας βρίσκονται συμπυκνωμένα στο περίφημο έργο του «Διαλεκτική της Φύσης».
Μετά το θάνατο του Μαρξ, ο Ένγκελς αναλαμβάνει να εκδώσει το δεύτερο και τρίτο τόμο του «Κεφαλαίου», που ο Μαρξ δεν μπόρεσε ν' αποτελειώσει. Ο δεύτερος τόμος κυκλοφόρησε το 1885 και ο τρίτος με δικές του συμπληρώσεις, απαραίτητες για την έκδοσή του, το 1894. Μ' αυτήν την εργασία του, ο Ένγκελς ανήγειρε, στον μεγαλοφυή φίλο του, ένα μεγαλόπρεπο μνημείο. Την ίδια περίοδο, έγραψε την «Καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους». Το 1888 κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Λουδοβίκος Φόυερμπαχ και το τέλος της γερμανικής κλασικής φιλοσοφίας». Έργο που δίνει ολοκληρωμένα τη μαρξιστική αντίληψη για το Διαλεκτικό και Ιστορικό Υλισμό.
Την εποχή αυτή αναπτύσσεται ένα ιδεολογικό ρεύμα στους κόλπους του γερμανικού σοσιαλισμού, που υπερέβαλε σχετικά με το ρόλο της οικονομικής βάσης στην ιστορική εξέλιξη και οδηγούσε σε παθητική θεώρηση της ιστορίας, στην υποτίμηση του ρόλου των ιδεών, της πολιτικής, της ταξικής πάλης του προλεταριάτου για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας. Η ερμηνεία αυτή, έγραφε ο Ένγκελς στον Μέρινγκ, πηγάζει από «μία χυδαία και όχι διαλεκτική αντίληψη του αιτίου και του αποτελέσματος, από την αντίληψη να θεωρούνται αντίθετα το ένα προς το άλλο, από την απόλυτη άγνοιά τους για την αμοιβαία αλληλοεπίδραση του ενός πάνω στο άλλο. Αυτοί οι κύριοι λησμονούν εντελώς, και συχνά εκ προθέσεως, ότι, από τη στιγμή που, υπό την αντίδραση των οικονομικών συνθηκών, θα προκύψει ένα ιστορικό γεγονός, το γεγονός τούτο θα αντιδράσει με τη σειρά του και θα επιδράσει τόσο στο περιβάλλον του όσο και πάνω στα αίτια που το προκάλεσαν».
Σε διάφορα γράμματά του εκείνη την περίοδο, ο Ένγκελς καταπιάνεται με το θέμα της αλληλοεπίδρασης της βάσης και του εποικοδομήματος και φανερώνει τις ειδικές συνθήκες ανάπτυξης της ιδεολογίας (Φιλοσοφία, Θρησκεία, Τέχνη), χωρίς συσχετισμό με την οικονομία, κατακρίνει τους «μαρξιστές!..», που, παίρνοντας μερικά γενικά πασαλείμματα από τον Ιστορικό Υλισμό, δεν κάνουν τον κόπο να μελετήσουν στις λεπτομέρειές τους τα συγκεκριμένα περιστατικά της ιστορίας.
Από την αρχή της πολιτικής του δράσης έως το τέλος της ζωής του, ο Ένγκελς υπήρξε ένας φλογερός μαχητής της επανάστασης, ο αναμφισβήτητος αρχηγός και οδηγός του διεθνούς προλεταριάτου, ο καλύτερος ερμηνευτής των ταξικών του συμφερόντων. Πολέμησε αδυσώπητα τον οπορτουνισμό μέσα στο πνεύμα των εργατών, ξεσκέπαζε με θάρρος και έκρινε με αυστηρότητα τα σφάλματά τους, προσανατόλιζε τη δράση τους προς τον επαναστατικό δρόμο. «Έπειτα από το θάνατο του Μαρξ, έγραψε ο Λένιν, ο Ένγκελς υπήρξε ο αδιαφιλονίκητος σύμβουλος και οδηγός των σοσιαλιστών της Ευρώπης» («Καρλ Μαρξ - Φρίντριχ Ένγκελς»).
Ο Λένιν υπογράμμιζε πως ο μαρξισμός δεν μπορεί να κατανοηθεί και εκτεθεί ολοκληρωτικά, χωρίς να υπολογίζονται η συμβολή και όλα τα έργα του Φρ. Ένγκελς. Βεβαίως, ο Ένγκελς, αν και συνδημιουργός της επιστημονικής κοσμοθεωρίας του προλεταριάτου, είχε διαφορετική άποψη. Έτσι, σε μια υποσημείωση στο έργο του «Ο Λ. Φόυερμπαχ...», με σεμνότητα και μετριοφροσύνη, γράφει: «Ας μου επιτραπεί μία προσωπική διασάφηση. Τελευταία, μίλησαν πολλές φορές για τη συμβολή μου σ' αυτήν τη θεωρία, κι έτσι δεν μπορώ να μην πω εδώ τα λίγα εκείνα λόγια που εξαντλούν το ζήτημα. Δεν μπορώ ούτε ο ίδιος να αρνηθώ ότι πριν, και στο διάστημα της σαραντάχρονης συνεργασίας μου με τον Μαρξ, έχω κι εγώ κάποιο ανεξάρτητο μερτικό στο θεμέλιωμα της θεωρίας και ιδιαίτερα στην επεξεργασία της. Όμως, το μεγαλύτερο μέρος από τις κατευθυντήριες βασικές ιδέες, ιδιαίτερα στον οικονομικό και ιστορικό τομέα και ειδικά στην τελική τους αυστηρή διατύπωση, ανήκουν στον Μαρξ. Εκείνο που πρόσφερα εγώ, αν εξαιρέσουμε, βέβαια, μερικούς ειδικούς κλάδους, μπορούσε βέβαια να το 'χει κάνει ο Μαρξ χωρίς εμένα. Ό,τι έδωσε ο Μαρξ, δε θα το κατάφερνα εγώ μοναχός. Ο Μαρξ στεκόταν πιο ψηλά, έβλεπε πιο μακριά και το βλέμμα του αγκάλιαζε περισσότερα και ταχύτερα από όλους εμάς τους άλλους. Ο Μαρξ ήταν μεγαλοφυΐα, εμείς οι άλλοι, πολύ - πολύ, να 'μασταν ταλέντα. Χωρίς αυτόν, η θεωρία δε θα ήταν σήμερα καθόλου αυτή που είναι. Γι' αυτό δίκαια φέρνει το όνομά του».
Στη συνέχεια η Iskra παραθέτει απόσπασμα από το έργο του Λουδοβίκος Φόιερμπαχ και το τέλος της Κλασικής Γερμανικής Φιλοσοφίας.
AΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΕΝΓΚΕΛΣ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΦΟΙΕΡΜΠΑΧ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΚΛΑΣΙΚΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ

.......Ο Στράους, ο Μπάουερ, ο Στίρνερ, ο Φόιερμπαχ, είταν οι παραφυάδες της χεγκελιανής φιλοσοφίας, όσο δεν εγκατέλειπαν το φιλοσοφικό έδαφος. Ο Στράους, ύστερα από το Βίο του Ιησού και τηΔογματική[1], ασχολήθηκε μονάχα με τη φιλοσοφική και την εκκλησιαστική λογοτεχνία σαν το Ρενάν. Ο Μπάουερ, μονάχα στην ιστορία της καταγωγής του χριστιανισμού πρόσφερε κάτι, μα σημαντικό. Ο Στίρνερ έμεινε περίεργο φαινόμενο, ακόμα και όταν ο Μπακούνιν τον ανακάτεψε με τον Προυντόν και βάφτισε το ανακάτεμα αυτό «αναρχισμό». Μόνο ο Φόιερμπαχ είταν σημαντικός σαν φιλόσοφος. Ωστόσο, όχι μόνο η φιλοσοφία, η επιστήμη των επιστημών, που αιωρείται δήθεν πάνω απ’ όλες τις ξεχωριστές επιστήμες και τις συγκεφαλαιώνει, έμεινε γι’ αυτόν ένας ανυπέρβλητος φραγμός, ένα απαραβίαστο ιερό, μα και σαν φιλόσοφος σταμάτησε στη μέση του δρόμου, είταν από κάτω υλιστής και από πάνω ιδεαλιστής. Δεν κατάφερε να ξεμπερδέψει κριτικά με τον Χέγκελ, μα τον πέταξε απλά στη μπάντα, σαν άχρηστο, ενώ αυτός ο ίδιος δεν πρόσφερε τίποτα το θετικό σε σύγκριση με τον εγκυκλοπαιδικό πλούτο του χεγκελιανού συστήματος, εκτός από μια στομφώδικη θρησκεία της αγάπης και μια ισχνή και ανίσχυρη ηθική.Από τη διάλυση όμως της χεγκελιανής σχολής ξεκίνησε ακόμα και μια άλλη τάση, η μοναδική που καρποφόρησε πραγματικά και η τάση αυτή συνδέεται ουσιαστικά με το όνομα του Μαρξ[2].
Ο χωρισμός από τη χεγκελιανή φιλοσοφία έγινε και δω με την επιστροφή στην υλιστική άποψη. Αυτό σημαίνει, πως αποφασίστηκε να αντιλαμβάνονται τον πραγματικό κόσμο –τη Φύση και την Iστορία– έτσι όπως παρουσιάζεται στον καθένα που τον αντιλαμβάνεται χωρίς προκατειλημμένες ιδεαλιστικές παραξενιές: αποφασίστηκε να θυσιάσουν ανελέητα κάθε ιδεαλιστική παραξενιά που δεν θα μπορούσε να συμφωνήσει με τα γεγονότα στην πραγματική τους και όχι στη φανταστική τους αλληλουχία. Και πέρα απ’ αυτό ο υλισμός δεν σημαίνει απόλυτα τίποτε άλλο. Μόνο που εδώ, για πρώτη φορά, παίρνονταν πραγματικά στα σοβαρά η υλιστική κοσμοθεωρία και εφαρμόζονταν –τουλάχιστο στις βασικές γραμμές– με συνέπεια σε όλους τους τομείς της γνώσης που εξετάζονταν.
Ο Χέγκελ δεν μπήκε απλά στη μπάντα. Το αντίθετο, πιαστήκαμε από την επαναστατική του πλευρά, που αναπτύχθηκε πιο πάνω, από τη διαλεχτική μέθοδο. Μα η μέθοδος αυτή είταν αχρησιμοποίητη με τη χεγκελιανή μορφή. Για τον Χέγκελ η διαλεχτική είναι η αυτοεξέλιξη της ιδέας. Η απόλυτη ιδέα δεν υπάρχει μόνο –άγνωστο πού– προαιώνια, είναι και η καθαυτό ζωντανή ψυχή όλου του υπαρκτού κόσμου. Εξελίσσεται μέσα στον ίδιο τον εαυτό της περνώντας από όλες τις προβαθμίδες, που ο Χέγκελ τις πραγματεύεται πλατιά στη Λογική και που όλες περικλείονται μέσα της. Ύστερα «εξωτερικεύεται» με το να μετατρέπεται σε Φύση, όπου, χωρίς αυτοσυνείδηση του εαυτού της, μεταμφιεσμένη σαν φυσική αναγκαιότητα, περνάει από μια καινούργια εξέλιξη και στο τέλος ξαναγυρίζει με τον άνθρωπο στην αυτοσυνείδηση. Στην ιστορία η αυτοσυνείδηση επεξεργάζεται τώρα τον εαυτό της ξανά από την ακατέργαστη μορφή, ώσπου στο τέλος η απόλυτη ιδέα γυρίζει πάλι ολοκληρωτικά στον εαυτό της με την χεγκελιανή φιλοσοφία.
Στον Χέγκελ η διαλεχτική εξέλιξη, που εκδηλώνεται στη Φύση και την ιστορία, δηλαδή η αιτιώδικη αλληλουχία της προοδευτικής πορείας από το κατώτερο στο ανώτερο που επιβάλλεται μέσα από όλες τις ζικ-ζακ κινήσεις και τα στιγμιαία πισωδρομήματα, είναι λοιπόν μόνο η άθλια απεικόνιση της αυτοκίνησης της ιδέας που γίνεται προαιώνια, δεν ξέρει κανείς πού, μα, οπωσδήποτε, ανεξάρτητα από κάθε σκεφτόμενο μυαλό.
Η ιδεολογική αυτή διαστρέβλωση έπρεπε να παραμεριστεί. Αντιληφθήκαμε τις ιδέες στο κεφάλι ξανά υλιστικά σαν απεικόνιση των πραγματικών αντικειμένων, αντί να θεωρούμε τα πραγματικά αντικείμενα σαν απεικονίσεις αυτής η εκείνης της βαθμίδας της απόλυτης ιδέας. Μ’ αυτό η διαλεχτική περιορίστηκε στην επιστήμη των γενικών νόμων της κίνησης τόσο του εξωτερικού κόσμου, όσο και της ανθρώπινης νόησης –δυο σειρές από νόμους που είναι στο βάθος ταυτόσημοι μα στην έκφραση διαφορετικοί, αφού το ανθρώπινο μυαλό μπορεί να τους εφαρμόζει συνειδητά, ενώ στη Φύση, και ως τα τώρα στο μεγαλύτερο μέρος και στην ανθρώπινη ιστορία, επιβάλλονται με όχι συνειδητό τρόπο, με τη μορφή της εξωτερικής αναγκαιότητας, μέσα από μια ατέλειωτη σειρά φαινομενικές συμπτώσεις.
Έτσι όμως η ίδια η διαλεχτική της ιδέας έγινε απλά η συνειδητή αντανάκλαση της διαλεχτικής κίνησης του πραγματικού κόσμου και έτσι η χεγκελιανή διαλεχτική τοποθετήθηκε με το κεφάλι, ή καλύτερα από το κεφάλι όπου στέκονταν ξανά στα πόδια. Και η υλιστική αυτή διαλεχτική, που από χρόνια είταν το καλύτερο μας μέσο εργασίας και το πιο κοφτερό μας όπλο, πράγμα αξιοπερίεργο, δεν ανακαλύφτηκε μόνο από μας, μα ανεξάρτητα από μας και τον ίδιο το Χέγκελ, και από ένα Γερμανό εργάτη, τον Ιωσήφ Ντίτσγκεν[3].
Έτσι όμως ξαναπιάστηκε η επαναστατική πλευρά της χεγκελιανής φιλοσοφίας και ταυτόχρονα ελευθερώθηκε από τις ιδεαλιστικές της τροχοπέδες που εμπόδιζαν τον Χέγκελ να την εφαρμόσει με συνέπεια. Η μεγάλη βασική ιδέα πως δεν πρέπει να αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο σαν ένα σύμπλεγμα από έτοιμα πράγματα μα σαν ένα σύμπλεγμα από διαδικασίες όπου τα φαινομενικά σταθερά πράγματα, όχι λιγότερο από τις ιδεατές απεικονίσεις τους στο κεφάλι μας, τις έννοιες, περνούν μια αδιάκοπη αλλαγή γέννησης και εξαφάνισης, όπου, παρ’ όλη τη φαινομενική συμπτωματικότητα και παρ’ όλες τις στιγμιαίες πισωδρομήσεις, επιβάλλεται στο τέλος μια προσεχτική εξέλιξη –αυτή η μεγάλη βασική σκέψη έχει, ιδιαίτερα από τον καιρό του Χέγκελ, τόσο πολύ περάσει στην κοινή συνείδηση, που μόλις είναι δυνατό να την αμφισβητήσει κανείς στη γενικότητα της αυτή.
Μα είναι διαφορετικό πράγμα να την παραδέχεσαι στα λόγια από το να την εφαρμόζεις στην πραγματικότητα, στην κάθε ξεχωριστή περίπτωση και σε κάθε περιοχή έρευνας. Αν όμως στην έρευνα ξεκινάμε πάντοτε από την άποψη αυτή, τότε σταματά μια για πάντα η απαίτηση για οριστικές λύσεις και αιώνιες αλήθειες. Έχουμε πάντα συνείδηση πως οι αποχτημένες γνώσεις είναι αναγκαστικά περιορισμένες, πως καθορίζονται από τις συνθήκες που αποχτήθηκαν και δεν μας κάνουν πια εντύπωση οι ανυπέρβλητες, για την κοινή μεταφυσική που εξακολουθεί ακόμα, να επικρατεί, αντιθέσεις ανάμεσα στο αληθινό και το ψεύτικο, το καλό και το κακό, το ταυτόσημο και το διαφορετικό, το αναγκαίο και το τυχαίο.
Ξέρουμε πως οι αντιθέσεις αυτές έχουν μόνο σχετική ισχύ, πως αυτό που τώρα αναγνωρίζεται για αληθινό έχει την κρυμμένη, που θα παρουσιαστεί αργότερα, ψεύτικη του πλευρά, όπως και κείνο που τώρα το αναγνωρίζουμε για ψεύτικο έχει την αληθινή του πλευρά, που χάρη σ’ αυτή μπορούσε προηγούμενα να περνάει για αληθινό. Ξέρουμε πως αυτό που ισχυριζόμαστε για αναγκαίο αποτελείται από καθαρές συμπτώσεις και πως το δήθεν τυχαίο είναι η μορφή που πίσω απ’ αυτή κρύβεται η αναγκαιότητα κ.ο.κ.
Η παλιά μέθοδος έρευνας και σκέψης, που ο Χέγκελ την ονομάζει «μεταφυσική», που ασχολούνταν κατά κύριο λόγο να ερευνά τα πράγματα σαν δοσμένα σταθερά αντικείμενα και που τα υπολείμματά της ταράζουν ακόμα πολύ τα κεφάλια, είχε στην εποχή της μια πολύ μεγάλη ιστορική δικαίωση. Έπρεπε πρώτα να εξεταστούν τα πράγματα πριν μπορέσουν να εξεταστούν οι διαδικασίες. Έπρεπε πρώτα να ξέρει κανείς τί είταν ένα οποιοδήποτε πράγμα πριν μπορέσει να καταλάβει τις μεταβολές που γίνονται σ’ αυτό. Κι’ αυτό γινόταν στις φυσικές επιστήμες. Η παλιά μεταφυσική, που έπαιρνε τα πράγματα αποτελειωμένα, γεννήθηκε από μια επιστήμη της Φύσης που ερευνούσε τα νεκρά και ζωντανά πράγματα σαν αποτελειωμένα.
Όταν όμως η ερευνά αυτή είχε προχωρήσει τόσο, που έγινε δυνατό το αποφασιστικό βήμα προς τα μπρος, το πέρασμα στη συστηματική έρευνα των αλλαγών που παθαίνουν τα πράγματα αυτά στην ίδια τη Φύση, τότε σήμανε και στην περιοχή της φιλοσοφίας η ώρα του θανάτου για την παλιά μεταφυσική. Και πραγματικά, ενώ η επιστήμη της Φύσης ως τα τέλη του περασμένου αιώνα είταν πριν απ’ όλα συλλεκτικήεπιστήμη, επιστήμη των έτοιμων πραγμάτων, στον αιώνα μας είναι ουσιαστικά επιστήμη ταξινόμησης, επιστήμη των λειτουργιών, της γένεσης και της εξέλιξης των πραγμάτων αυτών καθώς και της αλληλεξάρτησης που συνενώνει τα φαινόμενα αυτά της Φύσης σε ένα μεγάλο σύνολο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
———————–
[1]. Ο Έγκελς εννοεί εδώ το έργο του Δαβίδ Στράους: «Die Christliche Glaubendlehre», τόμος 1-2. Τίμπιγκεν και Στουτγάρδη 1840/41.

[2]. Ας μου επιτραπεί εδώ μια προσωπική διασάφηση. Τώρα τελευταία γίνεται λόγος για τη δική μου συμβολή στη θεωρία αυτή, και έτσι δεν μπορώ να μην πω εδώ τα λίγα λόγια που εξαντλούν το σημείο αυτό. Δεν μπορώ ούτε εγώ ο ίδιος να αρνηθώ πώς, τόσο πριν όσο και στο διάστημα της σαραντάχρονης συνεργασίας μου με το Μαρξ, δεν είχα κι εγώ κάποιο ανεξάρτητο μερίδιο στο θεμέλιωμα της θεωρίας καθώς και ιδιαίτερα στην επεξεργασία της. Όμως το μεγαλύτερο μέρος από τις κατευθυντήριες βασικές σκέψεις, ιδιαίτερα στον οικονομικό και ιστορικό τομέα και ειδικότερα στην τελική αυστηρή διατύπωση, ανήκει στον Μαρξ. Εκείνο που πρόσφερα εγώ –αν εξαιρέσουμε βέβαια δυο-τρεις ειδικούς κλάδους– θα μπορούσε να το είχε πολύ καλά κάνει ο Μαρξ και χωρίς εμένα. Ό,τι έδοσε ο Μαρξ, δεν θα το κατάφερνα εγώ μοναχός. Ο Μαρξ στεκόταν πιο ψηλά, έβλεπε πιο μακριά και το βλέμμα του αγκάλιαζε περισσότερα και γρηγορότερα από όλους εμάς τους άλλους. Ο Μαρξ είταν μεγαλοφυΐα, εμείς οι άλλοι είμαστε το πολύ-πολύ ταλέντα. Χωρίς αυτόν η θεωρία δεν θα είταν σήμερα καθόλου αυτή που είναι, γι’ αυτό δίκαια φέρνει το όνομά του [σημείωση του Έγκελς].
[3]. Βλέπε: Des Wesen der Kopfarbeit, von einem Handarbeiter. Αμβούργο. Έκδοτης Μάϊσνερ (σημείωση του Έγκελς).
Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2013


______________________

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2013

Ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν στην Αθήνα - «Μια θεωρία για την εξουσία της απογύμνωσης και της ανατροπής»






ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
  






Το 

Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2013, ώρα 19.30

Αμφιθέατρο «Αθήνα 9,84» (Τεχνόπολις), Πειραιώς 100, Γκάζι

  
Οι νέοι και οι νέες του ΣΥΡΙΖΑ σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς 
διοργανώνουν εκδήλωση με ομιλητή τον Ιταλό φιλόσοφο 
και συγγραφέα των Ηomo Sacer και Κατάσταση Εξαίρεσης Τζόρτζιο Αγκάμπεν.


Σαράντα χρόνια μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν μας μιλά για την εξουσία της απογύμνωσης και της ανατροπής.
Χαιρετισμό θα απευθύνουν εκπρόσωπος των νέων ΣΥΡΙΖΑ και ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς Αριστείδης Μπαλτάς.
Τον Τζόρτζιο Αγκάμπεν θα προλογίσει η Αθηνά Αθανασίου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς.

(Θα υπάρχει ταυτόχρονη μετάφραση)

"Ο διακεκριμένος Ιταλός φιλόσοφος Τζόρτζιο Αγκάμπεν. Μεταξύ των βιβλίων του Τζ. Αγκάμπεν που κυκλοφορούν στα ελληνικά, είναι και το "Κατάσταση εξαίρεσης : Όταν η έκτακτη ανάγκη μετατρέπει την εξαίρεση σε κανόνα", από τις εκδόσεις Πατάκη." 
Σίμος Χρήστος|
10.11.2013 από την εφημ. Η ΑΥΓΗ

_________________________
Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς • Σαρρή 14, Αθήνα • 210-3217745info@poulantzas.grwww.poulantzas.gr

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2013

Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2013

Μπήκαν στην πόλη (ΕΡΤ) οι οχτροί - Νίκος Ξυλούρης


Ο εκφωνητής Ν. Τσιμπίδας μεταδίδει στον αέρα, 
καθώς οι διμοιρίες των ΜΑΤ βρίσκονται έξω 
από το στούντιο της ΕΡΑ: 
«Καλώς ήρθες Μεσαίωνα» και αναφέρει 
πως αστυνομικός τον καταγράφει με κάμερα, 
ενώ ακούγονται οι ασύρματοι της αστυνομίας.

Η τελευταία λέξη, πριν σιγήσουν τα μικρόφωνα: «Ψυχή βαθιά».

Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2013

ΑΡΗΣ ΒΕΛΟΥΧΙΩΤΗΣ - Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΣΤΗ ΛΑΜΙΑ


(22 Οκτώβρη 1944)

Μεταδόθηκε: 22 Οκτώβρη 1944
Πηγή: Ριζοσπάστης 

ΠΟΙΟΙ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΞΕΧΑΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ
Άρης Βελουχιώτης




Στις 19 Οκτωβρίου απελευθερώνεται η Λαμία. Δυνάμεις του ΕΛΑΣ, αντιπροσωπεία της ΠΕΕΑ και του ΕΑΜ, καταφτάνουν στην πόλη. Στις 29 Οκτωβρίου και με αφορμή την επέτειο του ΟΧΙ, συγκαλείται στην πλατεία Ελευθερίας της πόλης, πανηγυρική συγκέντρωση του ΕΑΜ με παμφθιωτική λαϊκή παρουσία. Ο Άρης εκφωνεί από το περίφημο μπαλκόνι τον παρακάτω λόγο.

Γιατί αγωνίστηκα.
Αδέλφια, Έλληνες και Ελληνίδες της Λαμίας και της περιοχής της!
Από μέρους του Γενικού Στρατηγείου του Ε.Λ.Α.Σ, σας φέρω τους πιο θερμούς χαιρετισμούς.
Όπως βλέπετε, πρόκειται «να βγάλω λόγο». Μα ο λόγος μου αυτός δεν θα μοιάζει καθόλου με τους λόγους που γνωρίσατε μέχρι σήμερα. Δεν πρόκειται να σας υποσχεθώ ούτε πως θα σας φτιάξω γεφύρια ή ποτάμια, όπως σας υποσχόντουσαν πως θα σας φέρουν οι παλιοί κομματάρχες. Ούτε και θα σας τάξω λαγούς με πετραχήλια. Δεν επιδιώκω ν' αποσπάσω επαίνους για τη ρητορική μου δεινότητα. Επιδιώκω απλώς ν' ακούσετε αυτά που θα σας πω. Προσέξτε. Θ' αρχίσω σαν τα παραμύθια:
Η αθάνατη ελληνική φυλή.
Κάποτε η γωνιά αυτή της γης που πατάμε και λέγεται Ελλάδα ήτανε δοξασμένη κι ευτυχισμένη κι είχε ένα πολιτισμό, οπού επί 2 1/2 χιλιάδες χρόνια συνεχίζει να παραμένει και να θαυμάζεται απ' όλο τον κόσμο. Κανένας σοφός η άσοφος δεν μπορεί μέχρι σήμερα να γράψει ούτε μια λέξη, αν δεν αναφερθεί στα έργα που άφησαν οι δημιουργοί αυτού του πολιτισμού, που λέγεται αρχαίος ελληνικός πολιτισμός.
Κάποτε, λοιπόν, η χώρα μας ήτανε δοξασμένη, μα αργότερα την υποδούλωσαν κι έχασε την παλιά της αυτή δόξα. Μα ύστερα από κάμποσα χρόνια η χώρα μας σηκώθηκε στο πόδι κι ύστερα από σκληρούς αγώνες ενάντια στη σκλαβιά, πάλι λευτερώθηκε.
Στην εποχή της σκλαβιάς πέρασε σκληρά, μαύρα χρόνια και πολλοί «έξυπνοι», αναμεσα στους οποίους και κάποιος Φαλμεράγιερ, ισχυρίστηκαν πως η ελληνική φυλή έσβησε κι ότι αυτή διασταυρώθηκε μ' άλλες φυλές, που δεν έχουν τίποτα το κοινό με την αρχαία ελληνική φυλή.
Μα ότι κι αν πούνε, αυτό δεν έχει καμία αξία. Την ελληνικότητα μας την αποδείξαμε. Γεγονός είναι ότι η χώρα μας ξεσηκώθηκε και ξαναγένηκε πάλι λεύτερη.
Αυτό κάνεις δεν το ήθελε. Ούτε οι ξένοι βασιλιάδες, ούτε οι ντόπιοι κοτζαμπάσηδες. Οι ξένοι δεν το θέλανε, γιατί φοβισμένοι από τη γαλλική επανάσταση, χτυπούσαν όλες τις εξεγέρσεις και δημιούργησαν γι' αυτό μεταξύ τους την Ιερή Συμμαχία. Οι ντόπιοι κοτζαμπάσηδες γιατί τα είχανε καλά με τους Τούρκους και ξεζουμίζανε το λαό.
Η αντίδραση ουρλιάζει.
Μα ο ελληνικός λαός δεν θάτανε αυτός ο λαός, ο λαός δηλαδή της χώρας της λευτεριάς και του πολιτισμού, αλλά λαός ζούγκλας, αν δεν έβγαζε μέσα από τα σπλάχνα του τους αρχηγούς εκείνους, που θα οδηγούσανε στη λευτεριά του. Όπως βλέπετε, λοιπόν, όλοι - ξένοι και ντόπιοι - πάλεψαν για να μην ξεσηκωθεί ο λαός κι αποχτήσει τη λευτεριά του.
Μέσα στα χρόνια της σκλαβιάς δε σταμάτησαν οι αγώνες. Μικροί ή μεγάλοι. Ένοπλοι ή όχι. Κι ύστερα μέσα απ' αυτό το λαό ξεπήδησε ο μεγάλος βάρδος της επανάστασης, πού ύμνησε με τα τραγούδια του την ιδέα της εξέγερσης του έθνους, ο πρόδρομος της Φιλικής Εταιρίας: ο Ρήγας. Η αντίδραση τον σκότωσε, πριν προλάβει να φέρει σε πέρας τις αρχές του. Μα ο σπόρος που έσπειρε βλάστησε σύντομα.
Σε λίγο, η Φιλική Εταιρία έγινε κι αγκάλιασε χιλιάδες Έλληνες.
Ας ούρλιαζε η αντίδραση. Ας υπόγραφε άτιμα χαρτιά, σαν αυτό πού υπογράφηκε στη διάσκεψη της Βιέννης στα 1815, κάτω από το όποιο έβαλε την υπογραφή του κι ο πολύς Γιάννης Καποδίστριας και που διαλάμβανε, ότι όχι μόνο δε θα ευνοηθεί και επιτραπεί ένα εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα στην Ελλάδα, μα και θα πνιγεί στο αίμα αν ξεσπάσει.
Ο Γιάννης Καποδίστριας, που μας τον παρουσιάζουν στα σχολειά σαν μεγάλο και τρανό, με προτομές και πορτραίτα, είναι ο πρώτος καταστροφέας της Ελλάδας. Μα ότι έκανε, δεν το έκανε σαν Καποδίστριας, μα σαν εκπρόσωπος όλης της ελληνικής αντίδρασης. Ας ούρλιαζε λοιπόν, μαζί με τη διεθνή και η ντόπια αντίδραση. Κι ας υπογράφανε άτιμα χαρτιά.
Ο λαός προχωρεί.
Τίποτα δεν ήτανε ικανό να συγκρατήσει τη φλόγα για τη λευτεριά, που έκαιγε μέσα στις καρδιές του λαού μας. Έτσι, στα 1821, ύστερα από κόπους και θυσίες και χάρη στον ενθουσιασμό και τη φλόγα του Παπαφλέσσα, που χρησιμοποίησε όλα τα μέσα, ακόμα και την ψευτιά, κηρύσσοντας την εξέγερση, ξεσηκώθηκε πρώτος ο Μοριάς. Από δω, από το Μοριά, άρχισε η επανάσταση του 1821.
Στο άκουσμα της εξέγερσης όλοι οι ισχυροί της γης, ξένοι και ντόπιοι, τρόμαξαν. Οι κοτζαμπάσηδες, όμως, βλέποντας ότι δεν τους ήτανε δυνατό να συγκρατήσουν το λαό και φοβούμενοι την οργή του, αναγκάστηκαν να κόψουν τη συνεργασία τους με τους καταχτητές και για να ευνουχίσουν το λαϊκό απελευθερωτικό κίνημα, πήρανε όλοι μέρος στην επανάσταση κι έτσι αυτή πήρε χαραχτήρα πανεθνικό.
Οι τρανοί της γης τρόμαξαν και, χρησιμοποιώντας όλα τα τερτίπια, προσπάθησαν να πνίξουν την επανάσταση. Μα γελάστηκαν. Επί 7 ολόκληρα χρόνια πάλεψαν οι προπάτορες μας, παρά το γεγονός ότι η ελληνική αντίδραση, δυο φορές, το 1823 και 1825, οργάνωσε τον εμφύλιο πόλεμο για να σπάσει ακριβώς τους αγώνες αυτούς. Έτσι οι πρόγονοι μας ανάγκασαν όλους τους εχθρούς μας να γλύψουν εκεί που έφτυσαν και ν' αναγνωρίσουν τους αγώνες μας και την ανεξαρτησία μας.
Κανείς δεν πίστευε προηγούμενα σ' αυτό το θαύμα, που συντελέστηκε από τις ίδιες τις δυνάμεις και τα μέσα του λαού. Άλλοι περίμεναν να τους έλθει η λευτεριά από τη Ρωσία κι άλλοι από τη μεγαλοψυχία των βασιλιάδων της Ευρώπης. Μα η επανάσταση απόδειξε, ότι αυτή μόνη της χάρισε τη λευτεριά της πατρίδας μας. Τα παραμύθια του φιλελληνισμού, χάρη στον οποίο αποκτήσαμε δήθεν τη λευτεριά μας, εφευρέθηκαν μόνο και μόνο για να γίνει πιστευτό, ότι η πατρίδα μας λευτερώθηκε, όχι από τις ίδιες της τις δυνάμεις, μα από τους ξένους. Υπήρξαν βέβαια φιλέλληνες, που αγωνίστηκαν, πολέμησαν κι έχυσαν το αίμα τους για τη λευτεριά της πατρίδας μας. Τιμή και δόξα σ' αυτούς κι αιώνια ας είναι η ευγνωμοσύνη του έθνους. Μα αυτοί υπήρξαν μεμονωμένα άτομα μονάχα. Η θεωρία του οργανωμένου φιλελληνισμού είναι καθαρό παραμύθι.
Με την επικράτηση της επανάστασης αμέσως οι δικοί μας κοτζαμπάσηδες επιβλήθηκαν πάνω στη χώρα μας. Η αντίδραση, ντόπια και ξένη, για να ευνουχίσει το λαϊκό χαραχτήρα του κινήματος και να επιβάλει νέα σκλαβιά, χρησιμοποίησε όλα τα μέσα. Και στο τέλος το πέτυχε. Η αρχή έγινε κολλώντας στο σβέρκο της πατρίδας μας αυτόν που σας είπα πρωτύτερα:
Τον Καποδίστρια. Ο Γιάννης Καποδίστριας από την ανασύσταση του ελληνικού κράτους άρχισε την καταστροφή της χώρας μας, κι ένας άλλος Γιάννης, ο Μεταξάς, έβαλε σ' αυτήν το καπάκι.
Πώς μας επιβλήθηκαν οι βασιλιάδες.
Ο λαός νόμιζε, ότι μια που πέτυχε πια η επανάσταση, θα επακολουθούσαν τα χρόνια της ευτυχίας του, ότι όλη η ανθρωπότητα θάτανε στο πλευρό της χώρας μας και πως η χώρα μας, για μια ακόμα φορά, θα βρισκότανε σε θέση να ξαναπάρει, όπως και παλιότερα, ολόκληρη την ανθρωπότητα από το χέρι και να της δείξει καινούργιους δρόμους πολιτισμού και προόδου. Μα στη θέση αυτών η ντόπια και ξένη αντίδραση επιβλήθηκαν και φέρανε τον Καποδίστρια, τη Βαυαρική δυναστεία με τον Όθωνα.
Χρόνια και χρόνια απάτης και ρεμούλας μας κράτησαν μακριά από την ευτυχία και τον πολιτισμό και μας ρίξανε μέσα στην εξαθλίωση, την πείνα, την κακομοιριά και τη δυστυχία. Έτσι η Ελλάδα που υπήρξε κάποτε η πηγή των φώτων και του πολιτισμού, κατάντησε να βρίσκεται στο πιο χαμηλό επίπεδο οικονομικής, κοινωνικής και εκπολιτιστικής ανάπτυξης, όχι μόνο έναντι των λαών της Ευρώπης, αλλά και των Βαλκανίων.
Η προδοσία του αλβανικού έπους.
Η ουσία αυτού βρίσκεται στο γεγονός, ότι αντίδραση σκεφτόταν μόνο πώς να εκμεταλλευτεί, να βασανίσει, και να ξεζουμίσει το λαό, οργανώνοντας κινήματα κάθε τόσο και καλλιεργώντας τις φαγωμάρες, προπαγανδίζοντας και πείθοντας το λαό ότι είναι απαραίτητο να ζει φτωχός και κακομοιριασμένος.
Χαρακτηριστικό είναι ότι πιάνοντας μια λέξη του Κολοκοτρώνη, που ονόμασε κάποτε τη χώρα μας Ψωροκώσταινα, κατάφερε να πείσει το λαό ότι το ελληνικό κράτος δε μπορεί να ορθοποδήσει μόνο του κι ότι θα έπρεπε να μας κυβερνήσουν οι ξένοι, ονομάζοντας γι αυτό και τα πολιτικά κόμματα ρωσικά, αγγλικά και γαλλικά. Σ' αυτό το σημείο μας φέρανε οι κορυφές που διοικούσαν τον τόπο μας. Κάποτε φτάσαμε και στη δημοκρατία. Μα αυτό έμοιαζε με την παροιμία που έλεγε ο λαός: Άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς.
Μυρίστηκαν οι έξυπνοι ψητό από τη μοναρχία και βρίσκοντας ότι «έφταιγε» η δημοκρατία για τη δυστυχία του λαού, ξαναφέρανε το βασιλιά. Και τότε άρχισαν πιο ξετσίπωτα ακόμα να ξεζουμίζουν και να καταπιέζουν το λαό. Και για να μπορούν να πνίγουν τις κραυγές του, βάλανε στο κεφάλι μας το Μεταξά, που ήτανε πάντα πράχτορας του ΙΙ γραφείου του γερμανικού επιτελείου, από τον καιρό που σπούδαζε στη στρατιωτική σχολή της Γερμανίας.
Έτσι, ύστερα από 120 χρόνια, ξαναπέσαμε πάλι στη σκλαβιά, γιατί έτσι κακά μας κυβερνήσανε στο διάστημα αυτό.
Σ' αυτή την κατάσταση βρεθήκαμε, όταν ξέσπασε η πολεμική λαίλαπα και η σύγκρουση μεταξύ των κολοσσών. Μα κανένας απ' αυτούς δε σκέφτηκε ελληνικά και να δει πώς θα ξέφευγε η χώρα μας τη λαίλαπα αυτή. Με την επίγνωση ότι η χώρα μας θα τραβούσε στην καταστροφή μπήκανε στον πόλεμο.
Έχουμε ντοκουμέντα στα χέρια μας, πού μας αποδείχνουν, ότι οι άνθρωποι αυτοί είχανε σκοπό να ρίξουνε μόνο τρεις τουφεκιές στο Αλβανικό μέτωπο κι ύστερα να μας παραδώσουν στους φασίστες. Υπάρχουν ντοκουμέντα που μας πείθουν ότι το Νοέμβρη προς το Δεκέμβρη του 1940 μπορούσαμε να πετάξουμε τους Ιταλούς στη θάλασσα. Μα αυτοί συγκρατούσαν το στρατό μέχρι που να λύσει το στρατιωτικό της πρόβλημα, η Γερμανία στην Ευρώπη κι ύστερα να δικαιολογηθούν ότι δε μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα με δυο κολοσσούς. Δεν πίστευαν στις δόξες του στρατού μας, στο θάρρος, στην τόλμη, στην αυταπάρνηση και τον ηρωισμό του, που πολεμούσε με φλόγα ενάντια στο φασισμό, νηστικός και ξυπόλυτος πάνω στα βουνό της Αλβανίας με τη βοήθεια όλου του ελληνικού λάου. Αυτοί δεν πίστευαν σ' αυτά και περιμένανε πως θα καμφθεί. Γι' αυτό το έπος της Αλβανίας είναι ολοκληρωτικά έργο του λαού. Είναι έργο του λαού που το πραγματοποίησε με το μένος που είχε ενάντια στο φασισμό και το ζυγό του Μεταξά, με θυσίες και ηρωισμούς.
Έτσι, μας ξαναδέσανε στη σκλαβιά.
Μα ο λαός μας δεν ήτανε σε θέση να συνεχίσει το έργο του αυτό. Όσο φλογερά κι αν ήτανε τα στήθη του, η φλόγα αυτή δεν θα άντεχε στα σιδερόφρακτα μεγαθήρια των φασιστών, μια που είχε μέσα του και την προδοσία των ηγετών του. Έτσι αναγκάστηκε να υποκύψει, μα όχι σαν ηττημένος. Γιατί αυτή η συνθηκολόγηση που έκαναν, υπογράφηκε πριν ακόμα πολεμήσει ο στρατός μας. Αυτή δεν ήτανε ήττα του λαού μας, μα ήττα και χρεοκοπία των καθεστώτων που μεσολάβησαν από το 1821-1941. Γι αυτό κι ο λαός μας τιμωρεί σήμερα την ήττα αυτή και θα την τιμωρήσει αργότερα πιο σκληρά ακόμα.
Έτσι ήλθαν οι Γερμανοί στον τόπο μας και μας σκλαβώσανε. Μα για μας, για το λαό μας, καμιά κηλίδα δε θα μπορούσε να προσαφθεί, ότι εγκαταλείψαμε τα εδάφη μας. Αυτή θα κολλούσε, όταν δεν ξεσηκωνόμαστε.
Τι μπορούσαμε να περιμένουμε απ' αυτούς που φορούσαν τα κλακ και τα μπακαλιαράκια; Τι μπορούσαν να μας πούνε αυτοί; Το μόνο που βρίσκανε να μας λένε ήτανε:
Ησυχία, παιδιά, και τάξη. Κάναμε κυβέρνηση, ησυχάστε. Αυτό όμως θέλανε κι οι Γερμανοί. Μα τα λόγια αυτά τα εκστομίζανε οι άνθρωποι εκείνοι που δεν έχουν το δικαίωμα να ονομάζονται Έλληνες.
Κι όμως, δε θα συμβιβάζονταν με τη λογική και τη ράτσα μας, αν δε βγαίναν πάλι τα στοιχεία αυτά που θα κρατούσανε ψηλά την τιμή του έθνους μας, μέσα από το λαό μας.
Στο δρόμο του αντάρτικου.
Μια μαυρίλα πλάκωνε τον ελληνικό ορίζοντα. Κανείς δεν ήξερε τι θα έφερνε η αύριο και πώς θα ξεφεύγαμε από τη σιδερένια τανάλια που μας έσφιγγε. Κείνοι που ένιωθαν βρίσκονταν στις φυλακές και τα ξερονήσια. Κι εδώ πρέπει να στιγματιστεί μια άλλη ατιμία των ανθρώπων της 4ης Αυγούστου, που φεύγοντας, τους παράδωσε στα χέρια των καταχτητών.
Μια άλλη μερίδα πού ένιωθε, ασχολούνταν με τις μαύρες και άσπρες αγορές. Έτσι, όλο το βάρος έπεσε πάνω σε μια χούφτα ανθρώπων, απ' αυτούς που τρώγανε καρπαζιές μέσα στα αστυνομικά μπουντρούμια και τις ασφάλειες, μα που φλέγονταν από ηρωισμό και ανδρεία και μέσα τους υπήρχε μια ζεστή ελληνική καρδιά κι έτρεχε στις φλέβες τους πραγματικό ελληνικό αίμα. Αυτοί άναψαν το δαυλό κι έδωσαν το σύνθημα για τον ξεσηκωμό του Έθνους. Αυτοί που δώσανε το κουράγιο στους Έλληνες. Αυτοί που δημιούργησαν τη νέα Φιλική Εταιρία: το ΕAM.
Βέβαια, ποιος θάτανε κείνος που μπορούσε να πιστέψει τότε. Ότι αυτή η φούχτα των ανθρώπων θα έφερνε στη χώρα μας τη μεγαλόπρεπη αυτή νίκη. Μα η υφή, η ψυχοσύνθεση, το σκαρί των ανθρώπων αυτών ήτανε τέτοιο. Παρά τις φυλακές, τους κατατρεγμούς, τις δολοφονίες, τα βασανιστήρια, τις ομαδικές εκτελέσεις και την τρομοκρατία, οι άνθρωποι αυτοί οδηγούσαν ηρωικά και θαρραλέα τις μάζες στον δρόμο της λευτεριάς.
Ξέρετε όλοι πως άρχισε το κίνημα αυτό και δε σταματώ στις λεπτομέρειες του. Όταν έχουμε τη μέρα της εθνικής ανεξαρτησίας μας, πού γιορτάζουμε στις 25 Μάρτη, χαιρόμαστε, τραγουδάμε και κλαίμε από τη συγκίνηση. Μα από δω και πέρα θα έχουμε δυο εθνικές γιορτές: την 25η Μάρτη και την 27η Σεπτέμβρη επέτειο της δημιουργίας του ΕΑΜ, που αποτέλεσε τη βάση της σημερινής μας απελευθέρωσης.
Αυτό πρέπει να το νιώσουμε.
Στα προηγούμενα χρόνια πολλοί περνούσανε από την πλατεία του Διάκου, μα κανείς δεν ένιωθε τον παλμό που περιείχε το τραγούδι, που μας δίδασκε στο σχολείο ο παλιός καθηγητής μας Λάσκαρης: Σας ευλογεί του Διάκου μας το τιμημένο χέρι…
Κανείς δεν ένιωθε, ότι έπρεπε να φύγει μακριά από τα μικροσυμφέροντα του και να παλέψει για τη λευτεριά. Μα η χούφτα αυτή των ανθρώπων, που σας μίλησα πιο πάνω, ρίχτηκε ολόψυχα στον αγώνα.
Η αντίδραση στο άκουσμα της χρησιμοποίησε όλα τα μέσα κι έθεσε σε ενέργεια όλες τις ατιμίες για να τη σαμποτάρει. Μα όλα αυτά στάθηκαν ανίκανα να σπάσουν τον αγώνα της. Αντίθετα, αυτή ρίζωνε κάθε μέρα και πιο πολύ κι ανέπτυσσε τη δράση της. Κι επειδή δεν είχε σκοπό να καταπιαστεί με χαρτοπόλεμο έβγαλε στο βουνό το αντάρτικο.
Θυμάμαι όταν το χειμώνα του 1941 ήλθα εδώ σαν «μαυραγορίτης» για να βάλω μπροστά τη δουλειά. Σας γνώριζα όλους, μα κανείς από σας δεν ήξερε τι επεδίωκα εγώ. Τότε μαζί με το Γ. Φράγκο και Γ. Γιαταγάνα βγάλαμε το πρώτο διάγγελμα του ΕΑΜ. Πολλοί νομίζανε τότες, ότι αυτό ήτανε μόνο ντόρος και τίποτα άλλο.
Όταν λέγαμε ότι σε λίγο θα σφυρίζει το μάλιγχερ και θα κροταλίζει ξερά το πολυβόλο στις βουνοκορφές και τα φαράγγια μας κι οι Γερμανοί και Ιταλοί θα φεύγουν ντροπιασμένοι, ίσως πολλοί να λέγανε πως αυτά δεν ήτανε παρά ηχηρές φράσεις.
Μα ύστερα από 2 1/2 μήνες άρχισε πραγματικά να λαλεί το ντουφέκι. Και τι δεν είπανε τότε! Όπως και στα 1821 όλη η αντίδραση συνωμότησε εναντίον μας και στην αρχή δεν έλεγε τίποτα για το αντάρτικο, κάνοντας το ίδιο πού κάνει και η στρουθοκάμηλος, όταν κρύβει το κεφάλι της, ενώ όλο της το σώμα φαίνεται. Έτσι κι αυτοί, νομίζανε, ότι αν δε λέγανε τίποτα για το αντάρτικο και το αγνοούσαν, δε θα ξαναβροντούσε το καριοφίλι. Μα μπορούσε να σταματήσει αυτό; Κάθε μέρα κοκκίνιζαν τα βουνά και τα φαράγγια από το αίμα.
Κι όταν είδαν ότι το αντάρτικο μεγάλωνε, παρά τη σιωπή τους, τότε κι αυτοί άλλαξαν τρόπο για να μας πολεμήσουν. Μας ονόμασαν πλιατσικολόγους, κατσικοκλέφτες, ληστοσυμμορίτες κλπ. Ακόμα βρέθηκαν άνθρωποι να μας αποκηρύξουν με την υπογραφή τους γιατί σκοτώσαμε τον προδότη και εκβιαστή Μαραθέα. Αυτοί οι κύριοι ήτανε κυριολεκτικά ηλίθιοι.
Δεν ξέρανε ούτε το ατομικό τους συμφέρον. Νόμισαν, πως αν μας αποκήρυσσαν θα σταματούσε κι ο αγώνας μας κι ότι δεν θα είμαστε κάποτε ικανοί να τους σφίξουμε το λαιμό και να τους πνίξουμε.
Ας είναι. Τέτοιοι ηλίθιοι ήτανε και τέτοιες ηλιθιότητες λέγανε. Ας κάνουν τώρα τα ψηλά τους καπέλα κλωσοφωλιές.
Η ύπαιθρος αναπνέει.
Μα ήτανε δυνατό να πιάσει αυτό; Οι χωριάτες είχανε δει για πρώτη φορά το θαύμα ν' αφήνουν τα πράματα τους έξω χωρίς να τους τα πειράζει κανείς.
Η ζωοκλοπή είχε καταργηθεί στην ύπαιθρο και η ασφάλεια της ζωής και της περιουσίας ποτέ δεν ήτανε σ' αυτό το σημείο. Ήτανε θαύμα αυτό; Όχι. Αλλά για πρώτη φορά το χωριό γνώρισε την εξουσία, η οποία βγήκε για να χτυπήσει την εσχάτη προδοσία, το έγκλημα, τη ζωοκλοπή κλπ. και να εμπεδώσει την ασφάλεια.
Κι όταν χτυπήσαμε τα εγκλήματα αυτά και πατάξαμε την προδοσία, αυτοί σαν δεσποινίδες της αριστοκρατίας, που δε βλέπουν γύρω τους τη δυστυχία και την κακομοιριά πού βασιλεύει, αλλά συγκινούνται από ένα άρρωστο γατάκι, έμπηξαν τις φωνές και μας κατηγόρησαν ότι σκοτώνουμε. Επί Μεταξά βιάστηκαν γυναίκες, υπέστησαν μαρτύρια χιλιάδες άνθρωποι, σκοτώθηκαν και γκρεμίστηκαν από τα μπαλκόνια της Ασφάλειας γέροι, έγιναν τόσα εγκλήματα, μα κανείς απ' αυτούς δεν είπε τίποτα. Μα τώρα φωνάζουνε ότι ο Άρης σφάζει.
Ναι, σφάξαμε κι είμαστε έτοιμοι να ξανασφάξουμε, αν χρειαστεί. Ποιους όμως σφάξαμε; Εμείς είμαστε πιο πονόψυχοι απ' αυτούς. Απόδειξη είναι ότι εμείς είμαστε κείνοι που τρώγαμε χρόνια τώρα τις καρπαζιές και καταδιωκόμασταν. Σφάξαμε κείνους που πρόδιδαν στους καταχτητές τους Έλληνες, κείνους που κλέβανε το λαό και διαπράττανε εγκλήματα.
Κι είναι κυριολεκτικά ηλίθιοι κείνοι πού τους πήρε ο πόνος γι' αυτούς, που τόσο δικαιολογημένα χτυπήσαμε, για να παίρνουν το μέρος τους ή είναι ολοκληρωτικά συνένοχοι τους. Μα ούτε και το κόλπο αυτό έπιασε.
Το αντάρτικο σώζει το λαό.
Τότε όμως αυτοί, σαν καλοί ζαχαροπλάστες που ήτανε, κατασκευάσανε ένα νέο χρυσό χάπι:
-Ναι, φωνάζανε. δεν υπάρχει αντίρρηση, ότι οι αντάρτες διεξάγουν εθνικό αγώνα. Μα το ζήτημα αυτό θα λυθεί από τους ισχυρούς. Τι μας χρειάζονται, λοιπόν, οι αγώνες κι οι σκοτωμοί, αφού τα ζητήματα μας θα τα λύσουνε άλλοι;
Λυτό το σύνθημα έπιανε. Είχανε όμως δίκιο; Ασφαλώς όχι!
Γιατί δεν είχανε δίκιο;
Στα 1941-42 το ΕΑΜ δεν ήτανε ακόμα ισχυρό. Γι' αυτό δεν είχε αρχίσει ο αγώνας να παίρνει μαζικό χαραχτήρα. Ούτε κι αντάρτικη δράση υπήρχε. Κι όμως. Στα 1941-42 πέθαναν από την πείνα και τις αρρώστιες, που επακολούθησαν απ' αυτήν, 300.000 άνθρωποι μόνο στην Αθήνα, τον Πειραιά και τα περίχωρα τους. Και θα πέθαιναν αργότερα ακόμα περισσότεροι, αν το ΕΑΜ δεν κινητοποιούσε με συγκεντρώσεις, διαδηλώσεις, συλλαλητήρια και απεργίες το λαό και δεν τον εμψύχωνε: 1. Να επιβληθεί το σταμάτημα της αρπαγής της παραγωγής μας από μέρους των κατακτητών. 2. Να επιβληθεί σ' αυτούς ν' αφήσουν το Διεθνή Ερυθρό Σταυρό να αναλάβει την τροφοδοσία του λαού μας. 3. Να προσέξουν την κατάσταση της Ελλάδας στο εξωτερικό.
Αν το αντάρτικο δε σταματούσε τις φάλαγγες των Γερμανών που κλέβανε την παραγωγή της χώρας μας και δεν καταργούσε τη συγκέντρωση της παραγωγής που τη βάζανε στο χέρι οι καταχτητές, αν δε γίνονταν όλα αυτά, τότε τα θύματα από την πείνα και τις αρρώστιες θα ήταν πολύ περισσότερα. Όλες οι χιλιάδες των θυμάτων, που πέσανε για τη ζωή και τη λευτεριά του λαού μας, ποτέ δε φθάνουν τα θύματα της πείνας και των ασθενειών.
Πότε ακούστηκε στην ιστορία της ανθρωπότητας να πραγματοποιείται η απελευθέρωση μέσω της μπαγαποντιάς; Ποτέ. Η λευτεριά δεν κερδίζεται με ξόρκια, αλλά με αγώνες και θύματα!
Μα κι αν το θέλαμε, δεν είχαμε αυτό το δικαίωμα. Το δικαίωμα δηλαδή να κηλιδώσουμε την ιστορία της πατρίδας μας. Αυτό θα ήτανε ασέβεια στη μνήμη των ηρωικών μας προγόνων.
Μα ούτε είχαμε το δικαίωμα να κολλήσουμε μια ατιμωτική σφραγίδα, μια σφραγίδα αίσχους, στο κούτελο των επερχομένων γενεών, των παιδιών μας και των εγγονιών μας, ότι κατάγονται από γενιά ευνούχων, που δέχονται να πεθαίνουν στα πεζοδρόμια από τον ατιμωτικότερο των θανάτων, από την πείνα, παρά να πεθαίνουν με το όπλο στο χέρι, παλεύοντας για τη λευτεριά.
Τι θα έπρεπε να προτιμούσαμε; Το πρώτο ή το δεύτερο; Όχι! Χίλιες φορές όχι!
Καλύτερα να γινότανε το παν ένα μπουρλότο, παρά να υποταχθούμε στους καταχτητές.
Αυτό ο λαός μας το κατάλαβε, τους μούντζωσε κι έδωσε αυτά τα γενναία παλικάρια, πούναι τώρα στεφανωμένα με δόξες, με δάφνες και με νίκες.
Η αντίδραση συνωμοτεί.
Τότε κι αυτοί αναγκάστηκαν ν' αλλάξουν βιολί κι αποφάσισαν να βγάλουν στο βουνό δικές τους ανταρτοομάδες.
Μα γιατί αυτό; Το ΕAM είχε δηλώσει ότι δεν είχε μονοπώλιο τον αντάρτικο αγώνα. Γι' αυτό και τους κάλεσε να σχηματιστούν κοινές ανταρτοομάδες. Αν είχανε την πρόθεση να παλέψουν ενάντια στους καταχτητές, θα το κάνανε. Τότε όμως, ισχυρίζονται, ότι η χωρογραφία της Ελλάδας και η πυκνότητα της κατοχής δεν επέτρεπε την ύπαρξη ανταρτοομάδων.
Όταν όμως είδανε εμάς, όταν λευτερώσαμε την ύπαιθρο, τότε κι αυτοί αποφάσισαν να δημιουργήσουν αντάρτικο.
Τι θα περίμενε κανείς άπ' αυτούς αρχή αρχή; Ποια κραυγή, έστω και τυπικά, να βγει από το στόμα τους; Φυσικά, "Κάτω οι καταχτητές" !
Μα την θέση τους τη γνωστοποίησαν από την αρχή. Η πρώτη κραυγή τους ήτανε:
"Κάτω το ΕΑΜ!"
Μα εμείς και πάλι τους καλέσαμε για να ενωθούμε. Αυτοί όμως αρνήθηκαν, γιατί δεν θέλανε να υποβληθούν σε κόπους και μόχθους για να πολεμήσουν τον καταχτητή. Γιατί αυτοί δεν ήτανε εντολοδόχοι του ελληνικού λαού, μα της αντίδρασης από το φόβο της λαοκρατίας που ζητούσαν να πολεμήσουν.
Στο τέλος μας κήρυξαν κι ανοιχτά τον πόλεμο, ένοπλα, συνεργαζόμενοι με τους καταχτητές.
Θα είμαστε ασυνεπείς στον αγώνα μας και προδότες του λαού μας, αν σιχαινόμαστε τα αίματα. Γι' αυτό, σαν εντολοδόχοι του λαού, συντρίψαμε τους συνεργάτες αυτούς των καταχτητών, τους πολέμιους του εθνικού μας αγώνα.
Ο ΕΛΑΣ στο πλευρό των συμμάχων.
Ύστερα απ' αυτό χρησιμοποίησαν το κόλπο: Μας κατηγόρησαν, ότι δε βοηθάμε το συμμαχικό αγώνα, αλλά θα υπακούσουμε μόνο στους Ρώσους. Κι απειλούσαν ότι όταν θάρθουν οι σύμμαχοι εδώ, θα μας κανονίσουν. Αυτοί, που συνεργάζονταν με τους Γερμανούς, απειλούσανε ότι θα μας χτυπήσουν οι σύμμαχοι!
Αυτοί που στα 1941 πρόδωσαν το συμμαχικό αγώνα. Αυτοί που μαγάρισαν τις Θερμοπύλες και τους Τριακόσιους μας κι άφησαν τους συμμάχους Άγγλους να μάχονται μόνοι τους εκεί, ενώ αυτοί είχαν παραδώσει την Ελλάδα με τη συνθηκολόγηση του Τσολάκογλου, μας κατηγορούσαν ότι δεν ενισχύουμε τον
συμμαχικό αγώνα κι έβαζαν στο μυαλό των συμμάχων την άτιμη σκέψη, ότι δήθεν θα μας χτυπούσαν ερχόμενοι εδώ.
Ο Γοργοπόταμος.
Μα σε λίγο τους ήλθε το πρώτο χαστούκι! Η πρώτη ομάδα των Άγγλων αλεξιπτωτιστών έπεφτε, όχι σ' αυτούς, μα στον Άρη, πάνω στη Γκιώνα. Και μαζί μ' αυτούς τραβήξαμε κι ανατινάξαμε το Γοργοπόταμο. Ο αρχηγός των συμμαχικών στρατευμάτων της Μ. Ανατολής, στρατηγός Ουίλσον, δήλωνε ανοιχτά, ότι οι επιτυχίες των συμμάχων στην Αφρική οφείλονται κατά 80% στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, γιατί αυτή εμπόδισε την αποστολή γερμανικών ενισχύσεων και εφοδιασμού. Μα να κι ένα τελευταίο: Στην Πελοπόννησο προτείναμε στους τσολιάδες να καταθέσουν τα όπλα κι εμείς θα τους αφήσουμε ελεύθερους. Μα οι Άγγλοι το απέρριψαν αυτό και συνέλαβαν όλους τους τσολιάδες, τους έκλεισαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και τους παραπέμπουν να δικαστούν από τα στρατοδικεία.
Στο κάτω-κάτω, να τώρα οι Άγγλοι μπροστά σας. Διαβαίνουν τους δρόμους της Λαμίας και πάνε να χτυπήσουν τους Γερμανούς μαζί με μας. Μαζί τους θα πολεμήσουμε εμείς κι όχι αυτοί, μέχρι την ολοκληρωτική συντριβή του φασισμού.
Μα τα κατακάθια αυτά βρήκανε νέο τροπάρι: Μας κατηγορούν ότι είμαστε όλοι κομμουνιστές και ισχυρίζονται, ότι το ΕΑΜ. και ο ΕΛΑΣ είναι σκεπασμένες κομμουνιστικές οργανώσεις. Μα αυτή η κατηγορία μπορεί ν' αποτελέσει ντροπή ή έπαινο;
Αγωνιζόμαστε για την Δημοκρατία.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα δε βαδίζει τώρα για τον κομμουνισμό. Το ΚΚΕ έχει βέβαια στο πρόγραμμα του σαν τελική του επιδίωξη τον κομμουνισμό. Μα όχι για τώρα. Τον κομμουνισμό θα τον επιβάλλετε σεις, ο λαός κι όχι το ΚΚΕ. Κι είμαι βέβαιος ότι πολλοί από τους μορφωμένους μας, που δεν τον θέλουν σήμερα, θα ψηφίσουν τότε για να επικρατήσει ο κομμουνισμός.
Σήμερα, όμως, το ΚΚΕ. δεν επιδιώκει παρά μόνο μια δημοκρατική λύση του ελληνικού προβλήματος.
Μα ας πούμε, ότι το ΚΚΕ. θα εφαρμόσει τον κομμουνισμό. Λένε ότι ο κομμουνισμός χαλνά τις εκκλησιές και γδέρνει τους παπάδες. Τόσο χαζοί είναι λοιπόν οι κομμουνιστές να χαλάσουν τις εκκλησιές, που δεν τους εμποδίζουν σε τίποτα;
Οι εκκλησιές μας φταίνε ή τα καράβια του Εμπειρίκου; Γιατί λοιπόν να κάψουμε τις εκκλησιές;
Ποιος χτυπά τη θρησκεία;
Θα γδάρουμε τους παπάδες; Μα γιατί; Εμείς βλέπουμε, ότι χιλιάδες παπάδες βρίσκονται τώρα στην πρωτοπορία του κινήματος μας και η συμβολή του κλήρου, που στάθηκε στο πλευρό μας, υπήρξε ανεκτίμητη.
Μήπως συμβαίνει το αντίθετο; Γιατί αυτοί που εμφανίζονται σαν προστάτες της εκκλησίας, γκρεμίσανε μαζί με τους Γερμανούς και γδέρνουνε παπάδες.
Ο κομμουνισμός, λένε, θα καταργήσει την θρησκεία. Μα η θρησκεία είναι ζήτημα συνείδησης. Πώς θα καταργηθεί λοιπόν; Η κατάργηση της θρησκευτικής συνείδησης είναι πράμα αδύνατο, έστω κι αν ακόμα οι κομμουνιστές θέλανε να την καταργήσουν. Η θρησκευτική συνείδηση δεν καταργείται με απλές διαταγές. Αν συνέβαινε ένα τέτοιο πράμα, αυτό θα έμοιαζε με την διαταγή πού έβγαλε κάποτε ένας αστυνόμος στην Ανάφη, με την οποία απαγόρευε την πάλη των τάξεων!
Το τι θα γίνει στο πολύ μακρινό μέλλον, το πώς θα σκέπτονται οι άνθρωποι τότε, είναι άλλο πρόβλημα. Και κανένας πολιτικός δε μπορεί να βγάλει νόμο για το τι θα πρέπει να γίνει ύστερα από 200 η 500 χρόνια. Ούτε λοιπόν κι εμείς θα βγάλουμε τέτοιο νόμο. Μας ενδιαφέρει το πώς θα προκόψει ο λαός μας σήμερα κι όχι το τι φιλοσοφικές πεποιθήσεις θα έχει ύστερα από 500 χρόνια.
Συνεπώς καταλαβαίνετε τώρα, ότι αυτοί που διαδίδουν αυτές τις συκοφαντίες επιδιώκουν άλλους σκοπούς, προσπαθώντας με το μέσο αυτό της συκοφαντίας να εξαπατήσουν το λαό και να διαιωνίσουν την κυριαρχία τους πάνω του. Αν μάλιστα εξετάσουμε βαθύτερα το πράμα αυτό, θα δούμε ότι αυτοί είναι άθρησκοι, γιατί σε αυτούς δεν υπάρχει ούτε ίχνος θρησκευτικής συνείδησης κι ο μόνος που λατρεύουν είναι ο Θεός Μαμμωνάς, ο Θεός του χρήματος…
Θα συσπειρώσουμε την οικογένεια.
Κατηγορούν τους κομμουνιστές, ότι αυτοί θα διαλύσουν επίσης την οικογένεια. Λες κι εμείς κατεβήκαμε από τον ουρανό και δε γεννηθήκαμε από σπίτια ή φυτρώσαμε μόνοι μας σαν τα μανιτάρια. Η οικογένεια δημιουργήθηκε από ορισμένες οικονομικές συνθήκες. Σε μια ορισμένη ανάπτυξη της κοινωνίας δημιουργήθηκε η ανάγκη της οικογένειας, γιατί έτσι θα αντιμετωπίζονταν καλύτερα οι ανάγκες της ζωής.
Χρειάζονταν να δουλεύουν όλοι: ο πατέρας και τα παιδιά στα χτήματα, οι γυναίκες στον αργαλειό και το σπίτι, γιατί μόνο με τον τρόπο αυτό θ' αντιμετωπίζονταν οι βιοτικές ανάγκες τους.
Αυτού του είδους οι οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν τότε, πλησίαζαν όπως βλέπετε, πιο στενά τα μέλη της οικογένειας μεταξύ τους. Σήμερα όμως τι γίνεται; Οι σημερινές οικονομικές συνθήκες αναγκάζουν όχι πια το στενό πλησίασμα της οικογένειας, αλλά αντίθετα την απομάκρυνση της.
Να ένα παράδειγμα: Ένας άντρας παντρεύεται, μα την επομένη του γάμου του φεύγει στην Αμερική για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις ανάγκες της ζωής του και της γυναίκας του. Ποιος διαλύει στην περίπτωση αυτήν την οικογένεια; Οι κομμουνιστές ή οι οικονομικές συνθήκες πού δημιούργησε η κεφαλαιοκρατία;
Κι εδώ, λοιπόν, βλέπουμε φανερά, ότι αυτοί που μας κατηγορούν πως θέλουμε να διαλύσουμε την οικογένεια, δεν είναι άλλοι, παρά αυτοί οι ίδιοι πού τη διαλύουν στην πραγματικότητα, ενώ εμείς επιδιώκουμε το στερέωμα της. Θα δώσουμε στο λαό τα οικονομικά μέσα για να μπορεί να μη σκορπάει την οικογένεια του στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Μας κατηγορούν ότι θέμε να καταργήσουμε τα σύνορα και να διαλύσουμε το κράτος. Μα το κράτος εμείς το φτιάχνουμε σήμερα, γιατί δεν υπήρξε, μια που αυτοί οι ίδιοι το είχανε διαλύσει. Ποιος είναι λοιπόν πατριώτης; Αυτοί ή εμείς; Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και τρέχει να βρει κέρδη σ' όποια χώρα υπάρχουνε τέτοια. Γι' αυτό δε νοιάζεται κι ούτε συγκινείται με την ύπαρξη των συνόρων και του κράτους.
Ενώ εμείς, το μόνο πού διαθέτουμε, είναι οι καλύβες μας και τα πεζούλια μας. Αυτά αντίθετα από το κεφάλαιο που τρέχει, οπού βρει κέρδη, δε μπορούν να κινηθούν και παραμένουν μέσα στη χώρα που κατοικούμε.
Ποιος, λοιπόν, μπορεί να ενδιαφερθεί καλύτερα για την πατρίδα του; Αυτοί που ξεπορτίζουν τα κεφάλαια τους από τη χώρα μας ή εμείς που παραμένουμε με τα πεζούλια μας εδώ;
Όταν έξαφνα στα 1929-31 το κράτος ζήτησε, λόγω της οικονομικής κρίσης πού μάστιζε τότε τη χώρα μας να κατεβάσουν οι ξένοι ομολογιούχοι το ποσοστό που πληρώναμε σε τοκοχρεολύσια, οι Άγγλοι δέχτηκαν να το μειώσουν σε 35%, αλλά οι Έλληνες ομολογιούχοι αρνήθηκαν. Να λοιπόν, ποιος είναι ο πατριωτισμός τους! Αυτός φτάνει μέχρι το σημείο που δεν θίγονται τα οικονομικά τους συμφέροντα. Αυτοί λοιπόν οι ίδιοι που μας κατηγορούν ότι επιδιώκουμε την κατάργηση των συνόρων και την διάλυση του κράτους, αυτοί τα ξεπουλάνε αυτά στην πρώτη ευκαιρία.
Όταν οι άτιμοι μιλάνε για τιμή.
Μας κατηγορούν επίσης, ότι εμείς επιβουλευόμαστε την τιμή. Βλέπετε, όλοι αυτοί οι «ηθικοί», που όταν περπατάνε μπερδεύουνται τα κεφάλια τους στα σύρματα, μιλάνε για τιμή!
Αυτοί που πούλησαν τις γυναίκες και τις αδελφές στον κατακτητή, για να κάνουν τα νταραβέρια μαζί του και μας σκλάβωσαν διπλά, αυτοί πάνε τώρα να μας πείσουν ότι είναι οι κέρβεροι της τιμής και της ηθικής. Με αυτά τα μέσα προσπαθούν να εξαπατήσουν το λαό για να συνεχίσουν το ξεζούμισμα και την εκμετάλλευση του. Και πολλές φορές το καταφέρνουν αυτό και μας πείθουν μάλιστα ότι έτσι είναι όπως τα λένε.
Πάρτε ένα παράδειγμα, απ' αυτό που γίνεται στα χωριά: Ο χωριάτης καπνίζει τον καπνό που παράγει ο ίδιος. Μα τον πείσανε ότι αυτός είναι λαθραίος. Κι ο ίδιος ο χωρικός σου λέει ότι καπνίζει λαθραίο καπνό. Λες και δεν τον έσπειρε αυτός στον τόπο μας, αλλά τον έφερε από την Αμερική. Όπως βλέπετε λοιπόν κι ο ίδιος ο χωριάτης το πίστεψε, πως ο καπνός του είναι «λαθραίος».
Η αντίδραση δεν σταματά σε τίποτα μπροστά προκειμένου να εξαπατήσει το λαό, χρησιμοποιώντας γι αυτό όλα τα μέσα, όλη τη συκοφαντία και το ψέμα. Μα αυτές οι συκοφαντίες στην ύπαιθρο, όπου μας είδανε και μας νιώσανε, έγιναν συντρίμμια. Στις πόλεις θα γίνει κι αυτού το ίδιο.
Σε λίγες μέρες θα δείτε κι εσείς μόνοι σας την πραγματικότητα. Γιατί ο δικός μας σκοπός είναι ένας: Πώς θα ζήσει καλύτερα ο λαός μας!
Όταν είταν εδώ ο κατακτητής, αυτοί θέλανε τότε την τάξη. Εμείς θέλαμε την αταξία για να κάνουμε ανυπόφορη τη ζωή του κατακτητή. Τώρα αυτοί θέλουνε την αταξία. Μα εμείς θέλουμε την τάξη. Αυτοί είναι οι οργανωτές του εμφυλίου πολέμου για να εκμεταλλεύονται το λαό μας. Αυτοί είναι οι λύκοι, που προσπαθούν να κατασπαράξουν το κοπάδι, εμάς, εσάς, όλους μας, το λαό δηλαδή.
Τηρήσαμε τις υποσχέσεις μας.
Ο ΕΛΑΣ και το ΕΑΜ υποσχέθηκαν στο λαό την πάλη ενάντια στον κατακτητή και την απελευθέρωση της χώρας μας. Αυτές τις υποσχέσεις τις τηρήσαμε. Εμείς δεν δημιουργήσαμε κυβερνητικό τύπο. Αυτός δημιουργήθηκε μόνος του από το λαό. Από τον Οκτώβρη του 1942 μόνος του ο λαός τράβηξε στις εκλογές της αυτοδιοίκησης του.
Ο θεσμός αυτός της αυτοδιοίκησης, που για πρώτη φορά εμφανίστηκε στην Ευρυτανία, αποτέλεσε την απαρχή της δημιουργίας του από το χωριό μέχρι την Π.Ε.Ε.Α. αργότερα.
Εμείς είμαστε υπέρ της ενότητας και χάρη στις προσπάθειες τις δικές μας οφείλεται κατά 9 5% η δημιουργία της εθνικής κυβερνήσεως, κάτω από την οποία αγωνιζόμαστε σήμερα. Μέχρι τη Λάρισα η πατρίδα μας είναι τώρα ελεύθερη. Και γρήγορα θ' απελευθερώσουμε όλη την υπόλοιπη Ελλάδα.
Έτσι και η δεύτερη μας υπόσχεση τείνει να πραγματοποιηθεί ολοκληρωτικά.
Η πάλη μας για τη λαοκρατία.
Μα εμείς υποσχεθήκαμε στο λαό και κάτι άλλο: Ότι δεν θ' αφήσουμε το όπλο από το χέρι μας αν δεν πετύχουμε και τη διπλή λευτεριά: τη λαοκρατία. Για αυτό θα παλέψουμε για να εκτελέσουμε κι αυτή την υπόσχεση μας, αφιερώνοντας και θυσιάζοντας την ζωή μας ακόμα για τη λαοκρατική λύση του ελληνικού προβλήματος.
Ο ΕΛΑΣ στα χέρια πρώτα της Κ.Ε. του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ αργότερα αποτέλεσε το δυνατό όπλο της διατήρησης του λαού μας στη ζωή. Τον μοχλό της γρηγορότερης απελευθέρωσης μας. Τώρα, στα χέρια της εθνικής μας κυβέρνησης, που αποτελείται απ' όλα τα κόμματα και τις οργανώσεις και που υπόσχεται στο πρόγραμμα της λαοκρατικές λύσεις, θ' αποτελέσει την εγγύηση, ότι θα συνεχίσουμε τον πόλεμο μέχρι την ολοκληρωτική συντριβή του φασισμού κι ότι θα εξασφαλισθούν οι ως τώρα κατακτήσεις του λαού μας και θα κερδηθούν και νέες.
Φωνάζατε πολύ για την θανατική καταδίκη των προδοτών, των συνεργατών του καταχτητή και των εκμεταλλευτών της δυστυχίας τού λαού στα χρόνια της κατοχής. Όταν εμείς δεν είχαμε τη δυνατότητα να τους δικάσουμε, τους εκτελούσαμε. Αργότερα τους δικάζαμε σε στρατοδικεία. Τώρα, όσους έχουμε συλλάβει θα τους παραδώσουμε στην δικαιοσύνη. Υπάρχει η νόμιμη πια κυβέρνηση και αυτή θα αποφασίζει για όλα. Μη φωνάζετε λοιπόν. Αυτοί θα δικασθούν και θα καταδικασθούν. Μα δεν θάχει και μεγάλη σημασία.
Τεράστια σημασία θάχει αν καταδικάσετε και θανατώσετε εσείς, ο κυρίαρχος λαός, το καθεστώς που γεννάει τέτοια καθάρματα.
Μεθαύριο θα τραβήξουμε στις εκλογές. Το πρώτο ράπισμα πρέπει να δοθεί στο δημοψήφισμα, με την οριστική καταδίκη του φιλοβασιλισμού και την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας.
Αλλά γιατί στρεφόμαστε με τόση μανία ενάντια στο βασιλιά;
1.Γιατί αυτός πρώτα-πρώτα δεν είναι ούτε Έλληνας. 2.Γιατί μας τον φέρανε με το ψεύτικο δημοψήφισμα του 1935. 3.Γιατί είναι επίορκος. Καταπάτησε το Σύνταγμα του 1911 κι έβαλε δικτάτορα τον πεμπτοφαλαγγίτη Γιάννη Μεταξά. 4. Γιατί άφησε όλους τους ανίκανους και πεμπτοφαλαγγίτες στρατηγούς και υπουργούς να προδώσουν τον πόλεμο της Αλβανίας και να υποδουλώσουν την πατρίδα μας. 5. Τέλος, γιατί στην εθνική μας συμφορά του 1941, αντί να καθίσει εδώ και να θυσιαστεί σαν άλλος Κόδρος των Αθηνών, μας εγκατέλειψε.
Αν ήτανε καλός έπρεπε να καθίσει εδώ κι αντί να βγει στο κλαρί ο Άρης και δεν ξέρω ποιος άλλος, να βγει αυτός να οργανώσει τον αγώνα και να είναι τώρα δικαιωματικά βασιλιάς μας και αρχηγός μας. Με τη στάση του ο ίδιος παραιτήθηκε ουσιαστικά και τυπικά του δικαιώματος επί του θρόνου της Ελλάδος.
Αυτά βέβαια γι' αυτόν προσωπικά κι ανεξάρτητα από την πεποίθηση μας πώς δεν χρειάζεται κανένας θρόνος, μα δημοκρατία για να προκόψει η Ελλάδα μας.
Σεβόμαστε τη λαϊκή θέληση.
Το δεύτερο ράπισμα πρέπει να δοθεί στις εκλογές, που θα καθορίσουν το πολίτευμα της χώρας μας. Εμάς, η μόνη μας φιλοδοξία είναι να είμαστε υπηρέτες του λαού. Γι' αυτό θα σεβαστούμε την ετυμηγορία σας, όποια κι αν είναι αυτή.
Μα έχουμε αυτές τις απαιτήσεις: Να ψηφίσει ο λαός ανεπηρέαστα και να σεβασθούν το λαό.
Αν αυτά δεν εκτελεστούν, τότε σας υποσχόμαστε ότι πάλι θα ξαναβγούμε στο βουνό. Μα είμαι βέβαιος ότι αυτά δεν θα συμβούν. Γιατί ο λαός μας χειραφετήθηκε πια. Δοκιμάσθηκε και ξύπνησε. Θ' ακολουθήσει τους δρόμους που του δείχνουμε και που μοναδικά τον συμφέρουν.
Με την πεποίθηση αυτή, τελειώνοντας, σας καλώ να φωνάξουμε:

Ζήτω ο κυρίαρχος λαός μας!


__________
* Ευχαριστίες στον σύντροφο Νικήτα που μας έστειλε το παραπάνω ιστορικό κείμενο - ομιλία 
του Αγωνιστή συντρόφου ΑΡΗ ΒΕΛΟΥΧΙΩΤΗ.