Ο όρος παγκοσμιοποίηση είναι εξαιρετικά ασαφής, παρά το ότι χρησιμοποιείται ευρύτατα για να περιγράψει την εξέλιξη του σύγχρονου καπιταλισμού. Άλλοτε υποδηλώνει τη διεύρυνση της παγκόσμιας αγοράς εμπορευμάτων, άλλοτε τη διόγκωση της εξαγωγής κεφαλαίου και των άμεσων ξένων επενδύσεων, άλλοτε τη δημιουργία παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού δικτύου, άλλοτε την εμφάνιση βιομηχανικού καπιταλισμού στον πρώην Τρίτο Κόσμο, κι άλλοτε όλα αυτά μαζί κι ακόμη περισσότερα, όπως τη μετανάστευση της εργασίας.
Καμία όμως από αυτές τις τάσεις δεν είναι καινούργια. Ο καπιταλισμός, βλέπετε, είναι εκ φύσεως παγκόσμιος, όπως είχαν διαπιστώσει ο Καρλ Μαρξ και ο Φρίντριχ Ένγκελς στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο ήδη από το 1848.
Η παγκοσμιοποίηση πέρασε για τα καλά στο διεθνές λεξιλόγιο από τότε που η αμερικανική κυβέρνηση χρησιμοποίησε τον όρο για να σηματοδοτήσει τη νέα εποχή που υποτίθεται ότι θα άνοιγε με το θρίαμβο του αμερικανικού καπιταλιστικού μοντέλου και την κατάρρευση του λεγόμενου ‘υπαρκτού σοσιαλισμού’. Η ασάφειά του αποδείχθηκε θείο δώρο για κυνικούς πολιτικούς και πολυπράγμονες δημοσιογράφους γιατί έδωσε ένα επίχρισμα επιστημονικότητας στην αβάσιμη αντίληψη ότι πλέον η ‘αγορά’ κυριαρχεί παγκοσμίως και οι κυβερνήσεις δε μπορούν να πάνε κόντρα στους ‘νόμους’ της. Η παγκοσμιοποίηση θεωρήθηκε κάτι σαν φυσικό φαινόμενο που αντιπροσωπεύει την ‘πρόοδο’ και κανείς δεν πρέπει να της πηγαίνει κόντρα. Συνεπώς επιβάλλεται να γίνονται ακατάπαυστα ‘μεταρρυθμίσεις’, όπως απελευθέρωση των αγορών, ιδιωτικοποιήσεις, συγκράτηση των μισθών, ελαστική εργασία και περιορισμός του κράτους πρόνοιας. Όσοι αντιτίθενται είναι οπισθοδρομικοί και εκτός εποχής.
Η δομική κρίση του 2007-9 έριξε φως στην εξέλιξη του καπιταλισμού τις τελευταίες δεκαετίες και κατέδειξε πόσο κενός είναι ο όρος παγκοσμιοποίηση. Η κρίση ξεκίνησε το 2007 στο αμερικανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα μετά από έξι χρόνια εκπληκτικής κερδοσκοπίας που συμβάδιζε με χαμηλές παραγωγικές επενδύσεις, αλλά και με ανάκαμψη της κερδοφορίας στον παραγωγικό τομέα. Δεν οφείλεται, δηλαδή, ούτε σε υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου, ούτε σε πτώση του ποσοστού κέρδους. Προς το τέλος του 2008 μετατράπηκε σε γενικευμένη παγκόσμια ύφεση γιατί κονιορτοποιήθηκε η πίστωση και κατέρρευσε η συνολική ζήτηση.
Η κρίση αντιμετωπίστηκε το 2009 με κρατική παρέμβαση που διέσωσε τις τράπεζες και στήριξε τη ζήτηση κυρίως μέσω της έκδοσης χρήματος στην οποία το σύγχρονο κράτος διατηρεί απόλυτο μονοπώλιο. Κατέληξε το 2010-14 σε παρατεταμένη οικονομική δυστοκία στις αναπτυγμένες χώρες γιατί τα κράτη έχουν αυξήσει το δανεισμό τους για να στηρίξουν τη ζήτηση, ενώ οι εργαζόμενοι πιέζονται από χαμηλούς μισθούς και βουνά χρέους. Στην Ευρώπη ειδικότερα η κρίση μετεξελίχθηκε σε πραγματική καταστροφή των χωρών της περιφέρειας, με πρώτη την Ελλάδα, λόγω του αποτυχημένου νομισματικού συστήματος του ευρώ, ενώ πλέον σταδιακά βουλιάζει και το κέντρο.
Στις χώρες του πρώην Τρίτου Κόσμου, όμως, τα πράγματα πήραν πολύ διαφορετική πορεία. Μετά μια σύντομη ύφεση το 2008-9 ακολούθησε σχετικά ταχύρρυθμη ανάπτυξη, καθώς τα χρηματοπιστωτικά συστήματα των αναπτυσσομένων χωρών δεν είχαν πληγεί, ενώ το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος δεν είχε εκτιναχθεί όπως στις αναπτυγμένες. Παράλληλα, η οικονομία της Κίνας ανέκαμψε δυναμικά μέσω κρατικής παρέμβασης και πρόσφερε μια μεγάλη αγορά για εξαγωγές πρώτων υλών και τροφίμων. Τέλος, η άφθονη έκδοση χρήματος στις ΗΠΑ μετά το 2009 τόνωσε για μια ακόμη φορά τις ροές κεφαλαίου προς τις αναπτυσσόμενες χώρες. Παρ’ όλα αυτά, οι αναπτυσσόμενες χώρες συνέχισαν να στέλνουν ακόμη μεγαλύτερα κεφάλαια στις αναπτυγμένες, αφού είναι υποχρεωμένες να διακρατούν τεράστια αποθεματικά είτε σε δολάρια, είτε σε ευρώ και άρα να αγοράζουν κρατικά ομόλογα των αναπτυγμένων χωρών.
Εν ολίγοις, η δομική κρίση ξεπήδησε από την καρδιά του παγκόσμιου καπιταλισμού, επικεντρώθηκε στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αντιμετωπίστηκε προσωρινά από το κράτος και κατέληξε σε εξασθένιση των ΗΠΑ και κυρίως της Ευρώπης. Η κρίση ευνόησε τον πρώην Τρίτο Κόσμο, ο οποίος όμως συνεχίζει σε καθαρή βάση να χρηματοδοτεί τις αναπτυγμένες χώρες. Αν όλα αυτά τα φαινόμενα συνιστούν παγκοσμιοποίηση, τότε η παγκοσμιοποίηση δεν έχει απολύτως κανένα νόημα.
Ο όρος που καλύτερα αποδίδει την ιστορική αλλαγή του καπιταλιστικού συστήματος τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες δεν είναι η παγκοσμιοποίηση αλλά η χρηματιστικοποίηση. Ο ώριμος καπιταλισμός έχει χρηματιστικοποιηθεί, καθώς το παραγωγικό κεφάλαιο επιδίδεται σε αναζήτηση χρηματοπιστωτικού κέρδους, το τραπεζικό κεφάλαιο έχει πάρει αποστάσεις από τον παραγωγικό τομέα και αναζητά κέρδη μέσω πράξεων στις ανοιχτές αγορές, και τέλος τα νοικοκυριά έχουν εμπλακεί βαθιά στις χρηματοπιστωτικές διαδικασίες για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες στέγασης, υγείας, παιδείας, ασφάλισης και συνταξιοδότησης. Ταυτόχρονα το κέντρο βάρους του παραγωγικού κεφαλαίου παγκοσμίως μεταφέρεται στις αναπτυσσόμενες χώρες, με προεξάρχουσα την Κίνα. Η χρηματιστικοποίηση εμφανίζεται όλο και περισσότερο και σε αναπτυσσόμενες χώρες, όπως στη Βραζιλία, στην Τουρκία και στο Μεξικό, όχι όμως στην Κίνα όπου υπάρχουν έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίου και οι τράπεζες παραμένουν κρατικές.
Η ιστορική αυτή αλλαγή του καπιταλισμού έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργούνται τακτικά χρηματοπιστωτικές ‘φούσκες’, οι οποίες φέρνουν την ψευδαίσθηση της ευμάρειας μέχρι την αναπόφευκτη κατάρρευση. Η κρίση του 2007-9 ήταν απόρροια της χρηματιστικοποίησης, ενώ όσα ακολούθησαν έδειξαν ότι η χρηματιστικοποίηση συνεχίζεται. Οι κυβερνήσεις διέσωσαν τα τραπεζικά συστήματα και φρόντισαν για την ανάκαμψη των χρηματοπιστωτικών κερδών. Δεν επέβαλαν δομικούς περιορισμούς στη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ούτε άλλαξαν τους όρους λειτουργίας του παραγωγικού κεφαλαίου. Ειδικά στις ΗΠΑ, την καρδιά της χρηματιστικοποίησης, η ισχύς του χρηματοπιστωτικού λόμπι είναι τόσο μεγάλη που ουσιαστικά τίποτε δομικό δεν έχει αλλάξει. Το αποτέλεσμα είναι ακριβώς η παρατεταμένη οικονομική δυστοκία των τελευταίων ετών.
Πέντε χρόνια μετά την κρίση του 2007-9 οι αντιφάσεις της χρηματιστικοποίησης συνεχίζουν να καθορίζουν την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Η κρίση του 2007-9 ήταν τόσο γιγαντιαία που η μετέπειτα δημιουργία άφθονου χρήματος από πλευράς αμερικανικής κυβέρνησης δεν κατάφερε να δημιουργήσει μια γενικευμένη ‘φούσκα’ και να φέρει ξανά την ψευδαίσθηση της ευμάρειας. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές έχουν σαφώς ανακάμψει και τα τραπεζικά κέρδη είναι υψηλά, αλλά η παραγωγική οικονομία δεν έχει δυναμισμό.
Αν στο επόμενο διάστημα η δημιουργία χρήματος στις ΗΠΑ περιοριστεί σημαντικά – όπως σταδιακά γίνεται – και παράλληλα υποχωρήσει και ο ρυθμός ανάπτυξης της Κίνας – όπως επίσης συμβαίνει – το πλήγμα θα είναι τεράστιο και για τις αναπτυγμένες και για τις αναπτυσσόμενες χώρες. Μια γενικευμένη οικονομική καθίζηση στο άμεσο μέλλον ίσως αποδειχθεί το αντίτιμο της διάσωσης και διατήρησης του χρηματιστικοποιημένου καπιταλισμού.
________________